Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2015

Ποιος φιλοτέχνησε το άγαλμα του Αγγελή Γάτσου στην Αριδαία ;





ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΑ ΑΓΩΝΙΣΤΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΑΡΑΚΗΝΟΥΣ


Με αφορμή τα έργα διαμόρφωσης της πλατείας Αγγελή Γάτσου , κοντά στο Δημαρχείο, όπου υπάρχει ο Ανδριάντας του Αγγελή Γάτσου,ο ορθοπαιδικός  ιατρός Πάρις Κεκλίκογλου , μας έστειλε ηλεκτρονικές διευθύνσεις για περισσότερα στοιχεία  για τον καλλιτέχνη που φιλοτέχνησε το άγαλμα . Πρόκειται για τον Δημήτρη Καλαμάρα που γεννήθηκε στη Φλώρινα . Σε σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ του 1997 αναφέρονται τα παρακάτω:





ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ
Μνημειακότητα και πλαστική δύναμη
Μικρό αφιέρωμα στη ζωή και την προσφορά του
Η εικαστική προσφορά του Δημήτρη Καλαμάρα άγγιξε την πεντηκονταετία. Μισό αιώνα, ο σημαντικός αυτός καλλιτέχνης, ο υποδειγματικού ανθρώπινου και καλλιτεχνικού ήθους γλύπτης, υπηρέτησε με σεμνότητα, μακριά από τα "φλας της δημοσιότητας", την Τέχνη. Την 1η Ιουλίου, ξαφνικά, η ζεστή και μεγάλη καρδιά του σταμάτησε να χτυπά. Πέρασε στον κόσμο της σιωπής, αφήνοντας πίσω του, παρακαταθήκη στους νεότερους, μια πλούσια και σημαντική γλυπτική δημιουργία, αλλά και τη βαθύτατα προοδευτική, αριστερή σκέψη του, τα οράματά του για την κοινωνία και την τέχνη, που, τύχη αγαθή για όλους μας, άφησε καταγραμμένα. Από τον πλούτο των γραπτών του, επιλέξαμε κάποια ενδεικτικά κείμενά του για τη ζωή και τη δημιουργία του, τα οποία και παραθέτουμε.
Ο μικρός μαρμάρινος άγγελος
"Γεννήθηκα στην πόλη της Φλωρίνης στις 30 Ιουλίου 1924. Ενας μικρός μαρμάρινος άγγελος στο νεκροταφείο, μοναδική γλυπτή μορφή της πόλης, υπήρξε η πρώτη ώθηση για τις σπουδές που κατόπιν ακολούθησα.Εως το 1946, ζωγράφιζα και έκανα γλυπτική ερασιτεχνικά μέχρι που εντελώς συμπτωματικά πληροφορήθηκα την ύπαρξη της Σχολής Καλών Τεχνών και ξεκίνησα για την Αθήνα χωρίς καμία ουσιαστικά προετοιμασία".
Το 1947-48 ο Δ. Καλαμάρας έλαβε μέρος στις εξετάσεις για τα εργαστήρια της Σχολής και πέρασε πρώτος στη ζωγραφική και γλυπτική.
"Προτίμησα τις σπουδές στον κλάδο της γλυπτικής, αφ' ενός μεν λόγω της προσωπικότητας του Μιχάλη Τόμπρου,αφ' ετέρου δε, διότι το χειρωνακτικό μέρος της τέχνης αυτής, ασκούσε επάνω μου μία ιδιαίτερη γοητεία".
"Θυμάμαι έντονα τα χρόνια των σπουδών μου μαζί του και κυρίως τις ακούραστες εκείνες αφηγήσεις του για τις μέρες του Παρισιού, για γεγονότα και πρόσωπα που είχε γνωρίσει, όπως τον Κριστιάν Ζερβός,τον Λε Κορμπιζιέ,τον Λεζέ,τον Μπρανκούζι κ. ά. Σ' αυτά που έλεγε, πολλές φορές, διαπίστωνα μιαν αντίφαση, αργότερα όμως, όταν βρέθηκα στο σταυροδρόμι, κατάλαβα ότι είχε δίκιο, γιατί τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά και μονοσήμαντα όσο νομίζει κανείς όταν ξεκινάει".
Από τη Σχολή θα αποφοιτήσει το 1953 με το πρώτο βραβείο γλυπτικής,έχοντας ήδη φιλοτεχνήσει το πρώτο του έργο σε δημόσιο χώρο, τη μαρμάρινη προτομή του Μακεδονομάχου Γκόνου Γιώτα,στο πάρκο του Λευκού Πύργου στη Θεσσαλονίκη.
Ακολούθησε ο ανδριάντας του Αγγελή Γάτσου για την πόλη της Αριδαίας, το οποίο υπήρξε το πρώτο έργο μνημειακής γλυπτικής του Δ. Καλαμάρα.

Το 1955 μία υποτροφία του ΙΚΥ, θα του επιτρέψει να συνεχίσει και να ολοκληρώσει τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας και της Ρώμης. Τα χρόνια της Ιταλίας υπήρξαν καθοριστικά για την εξέλιξή του και αποτέλεσαν μία εξαιρετικά γόνιμη περίοδο σπουδής και βαθιάς εικαστικής έρευνας.
Εργαστήριο χαλκοχυτικής
Παράλληλα με τις καθαρά καλλιτεχνικές του σπουδές στην Ακαδημία της Φλωρεντίας, έμαθε την τέχνη της χαλκοχυτικής και με πρόσκληση του ΙΚΥ, ίδρυσε το πρώτο μετά την αρχαιότητα εργαστήριο χαλκοχυτικής, στα υπόγεια εργαστήρια της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών, το 1958.
"Θυμάμαι έντονα τη μακρά προετοιμασία ημερών, καθώς και το σύλλογο των καθηγητών σύσσωμο, τον Παντελή Πρεβελάκη,τον Παύλο Μυλωνά,τον Μιχάλη Τόμπρο,τον Γιάννη Κεφαλληνό,τον Γιάννη Παππά,τον Γιάννη Μόραλη,τον Σπύρο Παπαλουκά,να παρακολουθούν το λιωμένο μέταλλο να ρέει και πάλι μετά από αιώνες, μέσα στις γλυπτικές φόρμες".
Την ίδια χρονιά, άρχισε τη φιλοτέχνηση του ανδριάντα του Μακεδονομάχου Κώττα,που σήμερα είναι τοποθετημένος στην είσοδο της Φλώρινας. Με το έργο αυτό, ο Δ. Καλαμάρας εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Μπιενάλε Αλεξανδρείας μαζί με τους Θανάση Απάρτη και Θόδωρο Βασιλείου και τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο.
"Τα επόμενα χρόνια όλη η καλλιτεχνική μου εργασία περιστρέφεται γύρω από ένα και μόνο θέμα: τον άνθρωπο και το άλογο σε πολλές παραλλαγές και περιλαμβάνει πολλές μικρές μακέτες σε διάφορα υλικά, μικρούς έφιππους, χιλιάδες ελεύθερων σχεδίων και δεκάδες κοπιωδών σχεδίων πυκνοτάτων μετρήσεων. Το σύνολο της εργασίας αυτής, που η κάθε γλυπτική της διατύπωση διατηρεί την αυτοτέλειά της ως ανεξάρτητο έργο, αποτέλεσε την προϊστορία του ανδριάντα του Μεγάλου Αλεξάνδρου".
Πλούσια δραστηριότητα στη Σχολή Καλών Τεχνών
Το 1969, ο Δ. Καλαμάρας εκλέχτηκε παμψηφεί καθηγητής στην ΑΣΚΤ και εισήγαγε τη συστηματική διδασκαλία θεωρητικών κειμένων καλλιτεχνών με τη μετάφραση και ανάληψη εκδοτικής δραστηριότητας από τη Σχολή.
"Η καθηγεσία στάθηκε για μένα ευεργετική. Η συναίσθηση ότι αποτελούσα πρότυπο για τους νέους, με προφύλαξε από τους κινδύνους που συνεπάγεται για τον καλλιτέχνη ο "επαγγελματισμός"".
Στην ΑΣΚΤ, επίσης, έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία Γλυπτοθήκης για διδακτικούς λόγους με τη μετάβασή του στην Ιταλία και την αγορά σημαντικού αριθμού εκμαγείων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται έργα του Μιχαήλ Αγγέλου,του Ντονατέλλο και άλλων, τα οποία αποτέλεσαν τον πρώτο της πυρήνα. Μετά τη μεταπολίτευση, ο Δ. Καλαμάρας, υπήρξε ο πρώτος παμψηφεί εκλεγμένος πρύτανης της Σχολής και διατέλεσε αντιπρύτανης επί επτά συνεχή έτη.Το 1979 μετά από πρόταση της αρμόδιας καλλιτεχνικής επιτροπής του ΥΠΠΟ εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Μπιενάλε του Σάο Πάολο,με σχέδια και γλυπτά από τη σειρά των σπουδών του για τον ανδριάντα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ακόμη, υπήρξε μέλος του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου επί δεκαετία, μέλος του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων,Πρόεδρος της Επιτροπής Ανεγέρσεως Μνημείων και Ανδριάντων του ΥΠΠΟ κτλ. Το 1995, πραγματοποιήθηκε μεγάλη αναδρομική έκθεση έργων του στην Εθνική Πινακοθήκη.Εκθεση που αποτελούσε χρέος από την πολιτεία για τη μακρόχρονη, σημαντική προσφορά του μεγάλου μας καλλιτέχνη.
Ηλιάνα ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ


Αγγελής Γάτσος

Ο Άγγελος ή Αγγελής Γάτσος ( 1771 - 1839 ) ήταν οπλαρχηγός της Ελληνικής επανάστασης του 1821 από τους Σαρακηνούς Αλμωπίας του νομού Πέλλας.[1] Περιγράφεται ως ψηλός, ξανθός, δασύτριχος, ατρόμητος στις μάχες και ιδιαίτερα ρωμαλέος

Σύμφωνα με την παράδοση κατάγονταν από φτωχή οικογένεια των Σαρακηνών. Ο πατέρας του λέγονταν Δημήτριος ( Μήτρος ) και είχε τρεις γιους ( τον Αγγελή, τον Πέτρο και έναν μικρότερο αγνώστων στοιχείων ) και μία κόρη. Ο Αγγελής για βιοποριστικούς λόγους εγκατέλειψε τη γενέτειρά του σε ηλικία 16 ετών ( το 1787 ) και μετέβη στο Πόζαρ (Λουτράκι) της κοιλάδας της Αλμωπίας. Εκεί, διατέλεσε φύλακας σε κοπάδια βουβαλιών ενός ντόπιου προύχοντα. Όταν έμαθε ότι ο μπέης της περιοχής επρόκειτο να επισκεφτεί τον προύχοντα με εχθρικούς σκοπούς, εξόντωσε τον οθωμανό αξιωματούχο και ακολούθησε κλέφτικη δράση. Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα, αναφέρεται ως αρματολός στην περιοχή του Ολύμπου

Τελικά εγκατέστησε την έδρα του στο Περισώρι.Η οικογένειά του αποτελούνταν από τη σύζυγό του Πρώια ( ήταν χήρα από τους Σαρακηνούς την οποία νυμφεύτηκε ο Γάτσος ), τις πέντε κόρες του, το γιο του Νικόλαο και τον υιοθετημένο γιο του Δημήτριο.
Δράση κατά την Ελληνική Επανάσταση

Στις αρχές του 1822 ο Γάτσος συμμετείχε στη σύσκεψη στη μονή της Δοβρά  της Ημαθίας, όπου αποφασίστηκε από αρματολούς και προκρίτους της ευρύτερης περιοχής, η διεξαγωγή ένοπλης εξέγερσης με κέντρο την Νάουσα. Ο Γάτσος είχε ενεργή συμμετοχή στις πολεμικές επιχειρήσεις που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή, με κυριότερες την αποτυχημένη επίθεση κατά της Βέροιας και την άμυνα στην πόλη της Νάουσας, η οποία τελικά έπεσε στις 13 Απριλίου 1822 στα χέρια των οθωμανικών στρατευμάτων έπειτα από σκληρές μάχες με επακόλουθο την πλήρη καταστροφή της πόλης και τη γενική σφαγή.

Κατά την είσοδο του οθωμανικού στρατού στη Νάουσα, αιχμαλωτίστηκε ο γιος του, Νικόλαος, η σύζυγός του και οι κόρες του. Η σύζυγός του μάλιστα, έγκυος ούσα, γέννησε στις φυλακές. Μετά την άλωση της Νάουσας, ο Γάτσος κατέφυγε μαζί με τους Τάσο Καρατάσο, Τσάμη Καρατάσο, Κωνσταντίνο Δουμπιώτη, Γ. Συρόπουλο, Τόλιο Λάζο και Κότα στον Ασπροπόταμο της Θεσσαλίας.Ως υπαρχηγός του σώματος Καρατάσου θα συνδράμει στις πολεμικές επιχειρήσεις των Καραϊσκάκη και Ράγκου στα Άγραφα και έπειτα θα μεταβεί στο Μεσολόγγι.

Το ίδιο έτος θα συμμετάσχει στην αποτυχημένη εκστρατεία του Μαυροκορδάτου στην Ήπειρο. Μάλιστα, συνδράμει τους Μάρκο Μπότσαρη, Βλαχόπουλο, Βαρνακιώτη και Καρατάσο στον κυκλικό ελιγμό 1200 ανδρών με στόχο την ενίσχυση του Σουλίου. Τελικά, παρά τη σύγχυση που επήλθε στις τάξεις των Οθωμανών, οι επαναστάτες θα υποχωρήσουν έπειτα από την μάχη στην Πλάκα Πραμάντων, στις 29 Ιουνίου του 1822. Μάλιστα, σε εκείνη τη μάχη θα σκοτωθεί και ο αδελφός του Γάτσου, Πέτρος.

Μετά την αποτυχία της εκστρατείας στην Ήπειρο, ακολούθησε τον Γενναίο Κολοκοτρώνη στην Πελοπόννησο όπου επικεφαλής 100 Μακεδόνων, πολέμησε μαζί με τον υιοθετημένο του γιο, Δημήτριο, στη νικηφόρα μάχη των Δερβενακίων κατά των στρατευμάτων του Δράμαλη,όπως και στις επιχειρήσεις στην Κορινθία.

Στα τέλη του 1823 βρισκόταν στο Τρίκερι, που αποτελούσε τον μοναδικό θύλακα των επαναστατών στη Θεσσαλία, με τους Αν. Καρατάσο, Μπασδέκη κ. ά. Μάλιστα, αντιτάχθηκε στην αυθαίρετη και μεμονωμένη απόφαση του Καρατάσου, ο οποίος υπέγραψε χωριστή συνθήκη ειρήνης με τον Κιουταχή που οδήγησε τελικά στην απόσυρση των ελληνικών δυνάμεων από το Τρίκερι.

Τον Αύγουστο του 1824 στάλθηκε μαζί με άλλους Θεσσαλούς και Μακεδόνες οπλαρχηγούς και ένοπλους, από τις Βόρειες Σποράδες όπου βρίσκονταν, στην Ύδρα με σκοπό να εξασφαλίσουν το νησί από ενδεχόμενη τουρκική επίθεση. Αργότερα, το ίδιο έτος, συμμετείχε στην εκστρατεία των κυβερνητικών δυνάμεων κατά των αντιφρονούντων της Πελοποννήσου στα πλαίσια του εμφυλίου

Τον Μάρτιο του 1825 συμμετείχε στη μάχη της Σχινόλακκας κατά των αιγυπτιακών δυνάμεων του Ιμπραήμ, κατά την οποία οι Έλληνες επαναστάτες κατάφεραν να επικρατήσουν. Το 1826 κατέκρινε τις πειρατικές επιχειρήσεις των Θεσσαλών και Μακεδόνων ενόπλων, ενώ τον Νοέμβριο του ίδιου έτους αποβιβάστηκε μαζί με τον Καρατάσο και 1500 ένοπλους στις Θερμοπύλες. Εκεί επήλθε διαφωνία με τον Καρατάσο πάνω σε θέματα τακτικής και στις 9 Νοεμβρίου χτυπήθηκε με οθωμανικά στρατεύματα στη μάχη της Αταλάντης.

Το Νοέμβριο του 1827 συμμετείχε στην επιχείρηση κατάληψης του Τρικερίου υπό τον Καρατάσο, μαζί με τους Μπίνο, Μήτρο Λιακόπουλο, Αποστολάρα Βασιλείου (από το Γομάτι Χαλκιδικής) και Γεώργιο Βελέντζα (από τον Αλμυρό).


Μετά την δημιουργία του ελληνικού κράτους, ο Γάτσος εγκαταστάθηκε στην Αταλάντη Φθιώτιδας, όπου και πέθανε πάμπτωχος το 1839, έχοντας το βαθμό του συνταγματάρχη της Φάλαγγας.

Το 1830, με τη βοήθεια της ελληνικής κυβέρνησης, κατόρθωσε να απελευθερώσει το γιο του, Νικόλαο, ο οποίος στάλθηκε τελικά από τον Όθωνα, στο Μόναχο για στρατιωτική εκπαίδευση ενώ ο έτερος γιος του, Μήτσος Γάτσος, ακολούθησε και αυτός στρατιωτική καριέρα φτάνοντας ως το βαθμό του αντιστράτηγου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

(3)