Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

Η δημιουργία υγιών συνεταιρισμών μοχλός για την έξοδο από την κρίση § Άρθρο της Υφυπουργού Εσωτερικών Θ. Τζάκρη



Η σημερινή κατάσταση των συνεταιρισμών και των συνεταιριστικών οργανώσεων στη χώρα μας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ικανοποιητική, δημιουργική και αποδοτική.
Η κακοδιοίκηση και η υπερχρέωση που διατελέσθηκε επί σειρά ετών είχε σαν συνέπεια να δημιουργηθεί κλίμα δυσπιστίας των αγροτών απέναντι στους εκπροσώπους τους, μείωσε τη δυναμική των αγροτών και κατασπατάλησε ένα τεράστιο κεφάλαιο ενός συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος, για την υιοθέτηση του οποίου χρειάστηκαν σκληροί αγώνες και θυσίες και που κάποτε έδωσε ελπίδες δυναμικής ανάπτυξης και ευημερίας.
Πέραν αυτών, επέφερε σοβαρό πλήγμα στην αγροτική μας οικονομία, δημιούργησε στρεβλώσεις και συνέβαλε στο να χαθούν ευκαιρίες και προοπτικές μιας σύγχρονης και αποδοτικής γεωργίας.
Σήμερα που στην Ευρώπη οι συνεταιριστικές οργανώσεις και οι ομάδες παραγωγών εφαρμόζοντας πετυχημένα μοντέλα προχωρούν και εξελίσσονται σε σημείο να καθορίζουν ακόμη και την αγορά ορισμένων προϊόντων, οι συνεταιρισμοί στην Ελλάδα περιμένουν την κρατική επιδότηση για να επιβιώσουν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι στην Ελλάδα σήμερα υπάρχουν 6.200 συνεταιρισμοί, όταν στην Ολλανδία δραστηριοποιούνται μόλις 14 και στη Γαλλία που θεωρείται ότι διαθέτει μεγάλο αριθμό συνεταιριστικών οργανώσεων αυτοί δεν ξεπερνούν τους 600 με 700.
Η δε επιτυχία λειτουργίας τους οφείλεται κατά κύριο λόγο στη σύγχρονη διεύθυνση και διοίκησή τους, στον προσανατολισμό κατά κλάδο, στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων των υπηρεσιών σε Ευρωπαϊκό επίπεδο και στο γεγονός ότι έχουν προβεί σε πετυχημένες συγχωνεύσεις.
Αντίθετα, η απαξιωτική κατάσταση στην οποία βρίσκονται σήμερα οι συνεταιρισμοί στην Ελλάδα καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι ζητήθηκαν πρόσφατα στοιχεία από τις 115 ενώσεις σε επίπεδο χώρας και ανταποκρίθηκαν μόλις 80, οι οποίες έδωσαν στοιχεία για μόνο 3.000 συνεταιρισμούς από τους 6.200 υπάρχοντες, καθώς και το γεγονός ότι 1.000 αγροτικοί συνεταιρισμοί έχουν μηδενικό κύκλο εργασιών.
Και ενώ ο κλάδος παραγωγής τροφίμων και ποτών στη χώρα μας αξιολογείται από τους επενδυτικούς οίκους του εξωτερικού ως ο τρίτος κατά σειρά, λόγω των εξαιρετικών πρώτων υλών, δεν έχει δυστυχώς αξιοποιηθεί το γεγονός αυτό ούτως ώστε να προσελκύει επενδυτές και εισροές κεφαλαίων.
Αυτή την εξαιρετικά δυσάρεστη και απαξιωμένη κατάσταση επιδιώκει να ανατρέψει η σημερινή κυβέρνηση, με νομοθετική πρωτοβουλία που βρίσκεται στο στάδιο της επεξεργασίας, για να αναζωογονήσει ένα δικαίωμα των πολιτών και μια σύστοιχη υποχρέωση του Κράτους που έχουν αδρανήσει.
Σήμερα που η χώρα μας προσπαθεί να ξεπεράσει την ιδιαίτερα δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει, η στροφή προς υγιείς συνεταιρισμούς, σε συνδυασμό με άλλα μέτρα και πολιτικές που αφορούν την καινοτομία, την παραγωγική ανασύνταξη του τόπου, την πράσινη ανάπτυξη, την επένδυση στην ταυτότητα, την ποιότητα και την αειφορία, μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικά στην έξοδο από την οικονομική κρίση.
Είναι λοιπόν σαφές ότι το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο χρειάζεται ανασυγκρότηση και μηχανισμούς εφαρμογής, διότι, είτε πρόκειται για τον ν. 2810/2000 περί συνεταιρισμών, είτε πρόκειται για τον ν. 2732/1999 περί διεπαγγελματικών οργανώσεων στον αγροτικό χώρο, παρότι διαθέτουν πλήθος θετικών διατάξεων, δεν εφαρμόζονται, διότι μέχρι σήμερα δεν υπήρχε κατευθυντήρια γραμμή και ολοκληρωμένη σταθερή πολιτική, με αποτέλεσμα να κινούνται στα πλαίσια των πελατειακών και κομματικών σχέσεων.
Πέραν αυτού δεν υπήρχε ουσιαστική αξιολόγηση, εποπτεία και έλεγχος, ούτε πραγματική και ουσιαστική εκπροσώπηση των παραγωγών, με αποτέλεσμα να καθίστανται αδύναμοι να διαπραγματευτούν το προϊόν τους και να γίνονται έρμαιο των διαθέσεων της αγοράς και των εμπόρων.
Τις παθογένειες αυτές έρχεται να αντιμετωπίσει ένα θεσμικό πλαίσιο που φιλοδοξεί να εξυγιάνει το χώρο, να διαμορφώσει νέες σχέσεις με την αγορά και την αγροτική ανάπτυξη, ανταποκρινόμενο αποφασιστικά προς τις προκλήσεις της εποχής, τις ανάγκες της χώρας, τις ευρωπαϊκές εξελίξεις και τη νέα ΚΑΠ.
Το νομοθετικό αυτό πλαίσιο ξεκαθαρίζει πλήρως το τοπίο ως προς το ποιες είναι και τι νομική μορφή έχουν οι συλλογικές αγροτικές οργανώσεις, διαχωρίζοντάς τες σε τρεις βασικές κατηγορίες:

α) Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις (ΑΣΟ) με τη μορφή του συνεταιρισμού/μεριδιούχοι, όπου υπάγονται όλοι οι πρωτοβάθμιοι συνεταιρισμοί αγροτικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων και των Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών, με την προϋπόθεση ότι τηρούν ορισμένα κριτήρια, όπως ελάχιστο εταιρικό κεφάλαιο 60.000 ευρώ, άμεση εκλογή των οργάνων τους με καθολική ψηφοφορία των μελών τους, οικονομική βιωσιμότητα με βάση τον κύκλο εργασιών και τα περιουσιακά στοιχεία κ.α.
Εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του νόμου, οι ΑΣΟ προσκομίζουν τα απαιτούμενα στοιχεία στην Εποπτική Αρχή για την εγγραφή στο Μητρώο. Αν όχι, δεν αναγνωρίζονται.
Οι αρχικά καταχωρούμενες ως μη ενεργές, αν έως τις 31-12- 2011 δεν συγχωνευθούν με ενεργές ΑΣΟ, οδηγούνται σε αναγκαστική εκκαθάριση.
Οι ΑΣΟ αξιολογούνται  σε ετήσια βάση και όσες είναι μη ενεργές για δυο (2) συνεχή έτη οδηγούνται σε αναγκαστική εκκαθάριση και διαγράφονται από το Μητρώο.
β) Αγροτικές Εταιρικές Συμπράξεις (ΑΕΣ) με τη μορφή       κεφαλαιουχικής εταιρείας ΑΕ ή ΕΠΕ, όπου υπάγονται οι κάθε μορφής συνεταιριστικές ενώσεις, κοινοπραξίες συνεταιρισμών, συνεταιριστικές εταιρίες,  που  συγκροτούνται από παραγωγούς ή και συνεταιρισμούς και έχουν τη μορφή κεφαλαιουχικής εταιρείας και είναι ανεξάρτητες από τη λειτουργία των συνεταιρισμών.
Οι ΑΕΣ δραστηριοποιούνται στην οργάνωση της παραγωγής, στην προμήθεια εισροών και εφοδίων, στην παροχή υπηρεσιών (συγκέντρωση-τυποποίηση-αποθήκευση-διάθεση) και στην εμπορία και τη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων. Και καταγράφονται στο  Εθνικό Μητρώο Συλλογικών Αγροτικών Οργανώσεων που τηρείται στο ΥΠΑΑΤ μόνο ενεργές ΑΕΣ.
Όσες μεταπίπτουν σε μη ενεργές επί τρία (3) έτη διαγράφονται από το Μητρώο.
Οι ΑΕΣ αξιολογούνται σε ετήσια βάση με συγκεκριμένα κριτήρια, όπως π.χ. ο αριθμός μελών, το ποσοστό συγκέντρωσης παραγωγής σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο, οι παρεχόμενες υπηρεσίες και το μέγεθος περιουσιακών στοιχείων, ο  κύκλος εργασιών και το ύψος συναλλαγών, το μερίδιο αγοράς για το συγκεκριμένο προϊόν.
γ) Ομάδες Παραγωγών (ΟΠ), που αναγνωρίζονται και αποκτούν πρόσβαση σε  κίνητρα, καθώς και σε χρηματοδοτήσεις από διαχειριστικά ή άλλα επιχειρησιακά προγράμματα, αποκλειστικά όσες πληρούν το κοινοτικό κανονιστικό πλαίσιο, τους περιορισμούς και τις οριοθετήσεις του, ανεξαρτήτως νομικής μορφής.
Πέραν όλων αυτών, στο ΥΠΑΑΤ, για τη λειτουργία του Μητρώου και της εποπτείας, ιδρύεται Εποπτική Αρχή, ως αυτοτελής διοικητική μονάδα, συνεπικουρούμενη από το Εποπτικό Συμβούλιο, στο οποίο συμμετέχουν υπηρεσιακοί υπάλληλοι, ειδικοί επιστήμονες και εκπρόσωποι  των συλλογικών αγροτικών οργανώσεων.
Η ΠΑΣΕΓΕΣ υφίσταται ριζική αλλαγή στη δομή και τη λειτουργία της και μετατρέπεται σε Πανελλήνια Ένωση Συλλογικών Αγροτικών Οργανώσεων (ΠΕΣΑΓΟ), αποτελεί τη συντονιστική οργάνωση των τριών κατηγοριών που συμμετέχουν στο Μητρώο, οι οποίοι και την εκλέγουν.
Πρωτοποριακή αντίληψη αποτελεί και το γεγονός ότι η εκλογή των μελών της Γενικής Συνέλευσης, που αποτελεί το κορυφαίο όργανο της ΠΕΣΑΓΟ, γίνεται κατά αυτοδιοικητική περιφέρεια με καθολική ψηφοφορία όλων των παραγωγών αγροτικών προϊόντων που είναι μέλη των οργανώσεων που ανήκουν στην περιφέρεια.
Επαναδιατυπώνεται με σύγχρονους όρους η Διεπαγγελματική Οργάνωση, διαρθρώνεται σε εθνικό επίπεδο κυρίως κατά προϊόν και σε ειδικές μόνο περιπτώσεις κατά ΚΟΑ, ή κλάδο, ή ομάδα ομοειδών προϊόντων.
Στις Δ.Ο. συμμετέχουν εκπρόσωποι παραγωγών, συνεταιρισμών, αγροτικών εταιρικών συμπράξεων, ομάδων παραγωγών, εμπόρων αγροτικών προϊόντων και εφοδίων, μεταποιητών, συσκευαστών, μεταφορέων, πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων. Έχουν τη μορφή αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας και προσδιορίζονται αναλυτικά οι στόχοι τους.
Δίνεται η δυνατότητα στην Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση να συστήνει αστική μη κερδοσκοπική εταιρία με στόχο, πέραν των άλλων, να μη γίνεται μόνο αποσπασματικά και κατά περίπτωση η ανάδειξη, προβολή και προώθηση των τοπικών προϊόντων, να ενισχύεται το «καλάθι της Περιφέρειας» και να προωθείται η διαπραγματευτική θέση  των παραγωγών και των οργανώσεών τους με  τους φορείς εμπορίας και μεταποίησης. Μέλη της, εκτός της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, μπορούν να είναι Δήμοι, συλλογικές αγροτικές οργανώσεις, περιφερειακές και κλαδικές επαγγελματικές οργανώσεις, περιφερειακοί φορείς της βιομηχανίας τροφίμων, ποτών, επεξεργασίας αγροτικών πρώτων υλών, φορείς του εμπορίου, της μαζικής εστίασης, των ξενοδοχείων, των καταναλωτών, πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα που λειτουργούν στην Περιφέρεια και σχετίζονται με τους σκοπούς της σύμπραξης.
Για να προστατευτούν οι παραγωγοί και να ενισχυθεί η διαπραγματευτική τους θέση, να ρυθμίζονται και να σταθεροποιούνται οι τιμές των προϊόντων και να ομαλοποιηθεί η αγορά, θεσμοθετείται η Συμβολαιακή Γεωργία.
Το Συμβόλαιο έχει τη νομική μορφή γραπτής σύμβασης που  απαιτεί  ιδιωτικό έγγραφο βεβαίας χρονολογίας και με την οποία μπορεί να ρυθμίζεται η μελλοντική πώληση αγροτικών προϊόντων ή τροφίμων και να καταγράφονται όλες οι λεπτομέρειες καθώς και οι ρήτρες και ο τρόπος καταγγελίας της σύμβασης.
Επίσης το Περιφερειακό Συμβούλιο μπορεί να ιδρύει σε επίπεδο Περιφέρειας Δημοπρατήριο Αγροτικών Προϊόντων με τη μορφή ΑΕ.
Σημαντικό επίσης θεωρείται το γεγονός ότι σε ειδικό άρθρο προβλέπονται τα κίνητρα για τη συμμετοχή των παραγωγών και των οργανώσεών τους στον αναπτυξιακό νόμο, στο Ταμείο Αγροτικής Επιχειρηματικότητας, στα Προγράμματα Αγροτικής Ανάπτυξης «Αλ. Μπαλτατζής» και στα ευρωπαϊκά αγροτικά προγράμματα.
Η συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης και οι ριζικές αλλαγές που θα επιφέρει στην οργάνωση της παραγωγής και στην αγροτοδιατροφική αλυσίδα δεν αποτελεί μια οργανωτική μόνο επιλογή. Συνδέεται άρρηκτα με τους στόχους της θετικής ανατροπής στο εμπορικό ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων, με την ανάδειξη, υποστήριξη και προώθηση του «καλαθιού της Περιφέρειας» και τους στόχους της ελληνικής γεωργίας 2014.
Η Κυβέρνηση κάνει σήμερα μια σοβαρή προσπάθεια να αφήσει το συνεταιριστικό κίνημα στην άκρη τα μικροσυμφέροντα και τις αγκυλώσεις του παρελθόντος και να οργανωθεί με βάση τα σύγχρονα δεδομένα που θα φροντίζουν και θα προωθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα συμφέροντα των μελών τους.
Το αγροτικό ζήτημα είναι κυριολεκτικά ένα εθνικό ζήτημα στις μέρες μας και η αντιμετώπισή του θα κρίνει αν θα υπάρχει ελληνική γεωργία μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια.-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

(3)