Δεν χρειάζονται ιστορικές γνώσεις και αναγωγές για να τοποθετηθεί κάποιος σήμερα στο τι επιφυλάσσει η μοίρα στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Δεν χρειάζεται ούτε να προσθέσει τα κατά της διακυβέρνησής του για να καταλήξει στο άθροισμα που θα τον οδηγήσει στην εκπαραθύρωση. Ο Μητσοτάκης πλέον αποπνέει εκείνη τη μυρωδιά του φόβου που έχουν τα στριμωγμένα
ζώα όταν τα πιάνουν να κλέβουν το κοτέτσι. Η εικόνα του, παρότι παραμένει αλαζονική, δεν μπορεί να του προσφέρει την αυτοπεποίθηση που ανατροφοδοτεί εκείνη την εικόνα του λόρδου των Βαλκανίων. Δεν ομολογεί το τέλος, ενδεχομένως να μην το βλέπει κιόλας, αλλά είναι βέβαιο ότι τον κατατρέχει στον ύπνο του.
Ακόμη και αν δεν είναι ακριβείς οι πληροφορίες που θέλουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη να διακόπτει τη μαγνητοσκοπημένη συνέντευξη με τον Νίκο Χατζηνικολάου για να μπορέσει να αντεπεξέλθει στην πίεση και στις ερωτήσεις, η δημόσια εικόνα ήταν αποκαλυπτική.
Καταρχάς ως πρωθυπουργός χρησιμοποίησε τον θεσμικό του ρόλο, την εξουσία του και φυσικά το γεγονός ότι δεν υπήρχε εκεί ο θιγόμενος ώστε να του δώσει την απάντηση που του άξιζε, για να με συκοφαντήσει και να δολοφονήσει (πάλι) το προφίλ μου. Με κατονόμασε ως αποδέκτη ρωσικού χρήματος (οι παλιότεροι θυμούνται τα επιχειρήματα της χούντας ότι οι αριστεροί πληρώνονται με ρούβλια για να καταστρέψουν το έθνος) και επικαλέστηκε μάλιστα και μια δικαστική απόφαση στις ΗΠΑ. Την απάντηση έδωσε η εφημερίδα «The Times», η οποία έγραψε ότι έχει στην κατοχή της την εν λόγω δικαστική απόφαση στην οποία δεν υπάρχει κανένα όνομα Βαξεβάνης.
Ο Μητσοτάκης όμως συνέχισε. Υποστήριξε ότι δεν είναι πραγματική η λίστα των παρακολουθήσεων (που αποκάλυψε το Documento), σαν να ήξερε ποια είναι η αληθινή. Στη συνέχεια παραδέχτηκε ότι το Predator μας παρακολουθεί, λες και ήταν νεαρός δημοσιογράφος που έδινε ανταπόκριση στο κανάλι και όχι πρωθυπουργός με χρέος την ασφάλεια των πολιτών και της χώρας. Για να καταλήξει τελικώς ο Μητσοτάκης διά του αντιπροέδρου Αδωνη Γεωργιάδη αλλά και άλλων βουλευτών της ΝΔ να εξακοντίζει απειλές ότι αν βγουν τα αποδεικτικά στοιχεία (αυτά που δεν υπήρχαν), θα οδηγηθώ στη φυλακή.
Ο Μητσοτάκης παραπαίει, αλλά παρασέρνει τη χώρα στον κατήφορό του. Μια χώρα που την έχει παγιδεύσει με την πολιτική του αλλά και με παρακολουθήσεις υπουργών, οικογενειών, ακόμη και στελεχών της ΕΥΠ. Αν υπήρχε μια παρεξήγηση ή μια συκοφαντία, ο Μητσοτάκης θα μπορούσε να κάνει το πάρα πολύ απλό: να επαναφέρει τον νόμο που προέβλεπε ότι ο πολίτης δικαιούται να ενημερωθεί για το αν ήταν σε παρακολούθηση, ώστε να δούμε αν η λίστα Μητσοτάκη-Predator έχει ή όχι κοινά ονόματα. Γιατί αν έχει, φαίνεται ότι στο σύστημα αυτό ο εγκληματικός εγκέφαλος αλλά και οι στόχοι ήταν κοινοί. Δηλαδή δεν παρακολουθούν «κάποιοι ιδιώτες» αλλά το παρακρατικό σύστημα που κατά περίπτωση χρησιμοποιεί τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Η εικόνα που εμφανίζεται από τη λίστα Μητσοτάκη Vol 2 είναι η εικόνα ενός καθεστώτος που επιχειρεί να δέσει χειροπόδαρα πρωτίστως αυτούς που το υπηρετούν. Και φυσικά είναι η εικόνα μιας αντίληψης που δεν έχει τίποτε το δημοκρατικό και φυσιολογικό. Φλερτάρει με την παράνοια παραδομένη στην ηθική απαξία.
Η επίθεση που δέχεται το Documento δεν έχει πλέον κανένα αντίκρισμα. Επτά στους δέκα πολίτες, σύμφωνα με δημοσκόπηση της Prorata, είναι απολύτως πεπεισμένοι για την αλήθεια του δημοσιεύματος. Οι οκτώ στους δέκα αποδίδουν ευθύνη απευθείας στον Μητσοτάκη. Περισσότερο πεισμένοι απ’ όλους είναι όσοι βρίσκονται στη λίστα παρακολούθησης. Αυτοί ξέρουν για ποιους λόγους ήταν σε επισύνδεση με το παρακράτος Μητσοτάκη και ποια είναι η αντίληψη του ίδιου για τη δημοκρατία. Δεν περίμεναν το Documento. Η δική μας έρευνα απλώς επιβεβαίωσε όσα σκέφτονταν και οι υπουργοί του και οι επιχειρηματίες και όσοι υπηρετούσαν σε θέσεις δίπλα του. Αλλωστε αν παρακολουθεί τα τηλέφωνά μας, θα ξέρει τι λένε οι υπουργοί και τα στελέχη του που ήταν στη λίστα όταν μας μιλούν ανεπίσημα.
Ο Μητσοτάκης θα συνεχίσει στον δρόμο που χάραξε και θα ελπίζει ότι αυτοί που τον αποκαλύπτουν θα ισοπεδωθούν, όπως συμβαίνει σε όλα τα καθεστώτα. Μόνο που η μοίρα των καθεστώτων είναι να πέφτουν.
Τον Φεβρουάριο του 1993 ο πατέρας Μητσοτάκης είχε αποκαλέσει τον ραδιοσταθμό Σκάι «χαμαιτυπείο», επειδή αποκάλυπτε σκάνδαλα της διακυβέρνησής του (ο γράφων είχε μερτικό έρευνας σ’ αυτές τις αποκαλύψεις). Είχε δηλώσει τότε στον Αnt1 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης:
«Στο χειρότερο χαμαιτυπείο της Ελλάδας δεν γίνεται χρήση αυτής της γλώσσας, αυτών των επιχειρημάτων, επιτέλους εναντίον του Eλληνος πρωθυπουργού, εναντίον της οικογένειάς του, εναντίον μιας πονεμένης γυναίκας που είναι η κόρη του». Ο Μητσοτάκης αναφερόταν στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων. Οπως αποκάλυψαν οι άνθρωποι-κοριοί του, με εντολή του είχαν ξεκινήσει οι παρακολουθήσεις των υπουργών του Εβερτ, Κανελλόπουλου, Δήμα αλλά και μελών της οικογένειάς του. Στη συνέχεια το δίκτυο των παρακολουθήσεων επεκτάθηκε σε όλο το πολιτικό μήκος και πλάτος.
Οταν άρχισαν οι αποκαλύψεις ο πατέρας Μητσοτάκης άρχισε να κατηγορεί και να απαξιώνει τους δημοσιογράφους του Σκάι και τον ιδιοκτήτη του Αριστείδη Αλαφούζο.
Σε ένα fast forward της Ιστορίας φτάνουμε στο σήμερα, όπου ο γιος Μητσοτάκης επιλέγει την ίδια συνταγή ρύθμισης του κράτους (του) με κοριούς και βδέλλες της κοινωνίας. Οταν αυτά αποκαλύπτονται φταίνε οι δημοσιογράφοι, οι οποίοι συκοφαντούνται για να φανούν αναξιόπιστοι. Δημιουργούνται αφηγήματα με ξένες δυνάμεις, ξένο χρήμα και αντεθνική δράση.
Οσοι παρακολούθησαν τη συνέντευξη του Κυριάκου Μητσοτάκη έχουν φαντάζομαι την ίδια απορία: πώς μπορεί ένας πρωθυπουργός να χρησιμοποιεί τη δύναμή του για να απαξιώσει δημοσιογράφους, αντί να τη διοχετεύει στο να διαλευκάνει τη βρόμικη υπόθεση στην οποία, όπως επιμένει, δεν συμμετέχει;
Αυτός, ο οποίος μίλησε για έλλειψη στοιχείων που επιβεβαιώνουν τη λίστα παρακολουθήσεων, πώς αλήθεια μίλησε για εκβιασμούς που δέχεται χωρίς καμιά απόδειξη; Είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης:
«Κάποιοι έχουν μπλέξει τους ρόλους εδώ. Κάποιοι θεωρούν ότι επειδή μπορεί να έχουν μια ομάδα ή να ελέγχουν κάποια μέσα μαζικής ενημέρωσης ή ενδεχομένως και τα δύο μπορούν να εκβιάζουν, να υπαγορεύουν στην κυβέρνηση, να υπονομεύουν –ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ απόψεις από τη μία μέρα στην άλλη– τη διαδρομή της χώρας!»
Η εικόνα που εμφανίζεται από τη λίστα Μητσοτάκη Vol 2 είναι η εικόνα ενός καθεστώτος που επιχειρεί να δέσει χειροπόδαρα πρωτίστως αυτούς που το υπηρετούν. Και φυσικά είναι η εικόνα μιας αντίληψης που δεν έχει τίποτε το δημοκρατικό και φυσιολογικό. Φλερτάρει με την παράνοια παραδομένη στην ηθική απαξία
Ποιος εκβιάζει τον πρωθυπουργό και πώς; Πού είναι οι αποδείξεις γι’ αυτό; Ακόμη χειρότερα, αν τις έχει, πρέπει να κάνει το καθήκον του ως πρωθυπουργού. Να σταματήσει τον εκβιασμό και να τιμωρήσει τον εκβιαστή, όχι να αντιστρέφει τον εκβιασμό με δημόσιο μήνυμα προς ανώνυμο αλλά υπαρκτό αποδέκτη.
Η πολιτική στις δημοκρατίες δεν γράφεται ούτε με μηνύματα προς γνωστούς αγνώστους ούτε με συκοφάντηση δημοσιογράφων. Αυτή είναι συνήθης λειτουργία των καθεστώτων, τα οποία για να σταθούν πρέπει να ρίξουν ακόμη και τους δικούς τους ανθρώπους στους κοριούς.
ΥΓ.: Το 1972 αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο παρακολουθήσεων Watergate στις ΗΠΑ. Οι δημοσιογράφοι Μπομπ Γούντγουορντ και Καρλ Μπερνστάιν της «Washington Post» με την έρευνά τους οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι ο πρόεδρος Νίξον παρακολουθούσε το Δημοκρατικό Κόμμα. Πηγή τους ήταν ένας από τους πρωταγωνιστές του σκανδάλου που ονομάστηκε κωδικά «βαθύ λαρύγγι». Μετά τη δημοσιογραφική έρευνα οι αρχές έφτασαν στους δράστες. Φυσικά ο πρόεδρος Νίξον αρνήθηκε ότι είχε σχέση με όλα αυτά. Τα είχαν κάνει κάποιοι «ιδιώτες». Ο μόνος στις ΗΠΑ που αμφισβήτησε την έρευνα των δημοσιογράφων και ζήτησε στοιχεία, λες και οι δημοσιογράφοι ήταν διωκτικές αρχές, ήταν ο Νίξον.
Ψέματα του Βαξεβάνη ε;
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα τι λέει και η δικιά τους η ΕΣΤΙΑ:
Ο υπουργός του δημοσιεύματος φέρεται να είναι ο Κωστής Χατζηδάκης και η κυβέρνηση τον παρακολουθούσε επειδή «είχε την υποψία ότι προωθούσε έργο στον χώρο της ενέργειας σε μη φιλικό προς την κυβέρνηση επιχειρηματία». Εν συνεχεία σημειώνει πως «ο κύριος Μητσοτάκης κάλεσε στο γραφείο του τον κ. Χατζηδάκη και του εξήγησε γιατί βρέθηκε στο στόχαστρο». Αξίζει να σημειωθεί ότι έως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές το δημοσίευμα δεν είχε διαψευστεί από την κυβέρνηση.