Μια εκδρομή που την περιμέναμε καιρό. Φορτωμένοι τα σακίδια μας και με τις ωραιότερες προσδοκίες για ό,τι θα ζούσαμε, ξεκινάμε το πρωί της Τρίτης για το Καρπενήσι.
Η διαδρομή μας ήταν χαλαρή με τα απαραίτητα πειράγματα, τη μουσική και τις σπαζοκεφαλιές του οδηγού μας. Μετά τη Λαμία και όσο ανεβαίνουμε, το τοπίο αλλάζει. Μπροστά μας έχουμε τα επιβλητικά βουνά της Ευρυτανίας, τις χιονοσκέπαστες κορφές του Βελουχίου, τον καταπράσινο Τυμφρηστό. Διασχίζουμε πια τις κατάφυτες με έλατα ράχες του Τυμφρηστού. Μας πιάνει δέος κοιτώντας τις απότομες χαράδρες. Φθάνουμε προς το μεσημέρι στον προορισμό μας και οι υπεύθυνοι του Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Καρπενησίου μας καλωσορίζουν και μας οδηγούν στη Μαθητική Εστία που πρόκειται να μείνουμε το βράδυ. Αφού φάγαμε το καλομαγειρεμένο φαγητό τους, τακτοποιηθήκαμε στα δωμάτια και καθήσαμε να ξεκουραστούμε. Οι καθηγήτριες-συνοδοί, μας ενημέρωσαν για την απογευματινή δραστηριότητα σ’ ένα από τα πολλά ορεινά χωριά, τους Κορυσχάδες.
Με τους εκπαιδευτικούς του ΚΠΕ μαζί μας, σ’ ένα στενό φιδίσιο ανηφορικό δρόμο τριών χιλιομέτρων, φτάνουμε στην πλατεία των Κορυσχάδων. Εκεί, κάτω από τον υπεραιωνόβιο πλάτανο, μας περιγράφουν οι συντονιστές τον πρωταγωνιστικό ρόλο του ιστορικού χωριού στα χρόνια της Αντίστασης. Δίπλα μας, το Ιστορικό Σχολείο, όπου μυστικά εκλεγμένοι άνδρες- με την συμμετοχή των γυναικών για πρώτη φορά-, απ’ όλη την Ελλάδα, πραγματοποίησαν Εθνικό Συμβούλιο ώστε να θεσπίσουν νόμους με τους οποίους θα κυβερνιόταν η χώρα αμέσως μετά την απελευθέρωσή της από τους Γερμανούς, κάτι που τελικά δεν έγινε καθώς ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος. Επιλέχθηκε το συγκεκριμένο κτήριο, διότι ήταν το μόνο που σώθηκε από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς, χάρη στην ευφυή ενέργεια των κατοίκων να καλύψουν τη στέγη με κλαδιά και φυσικά επειδή η περιοχή προστατευόταν από τις πυκνές ένοπλες ομάδες ανταρτών. Όσο διαρκούσε το Συμβούλιο, οι κάτοικοι είχαν στρώσει το δάπεδο με τις καλύτερες βελέντζες και έφεραν τα καλά τους σκεπάσματα.
Όπως πληροφορηθήκαμε από τους συντονιστές , οι εκδοχές για την ονομασία του χωριού είναι: α)από την αρχαία λέξη “κόρυ”= περικεφαλαία που φτιάχνονταν από τα μέταλλα του χωριού, β) η αρχική του ονομασία ήταν “Κορυφάδες” από τις ψηλές κορυφές των γύρω βουνών, όμως λόγω παραφθοράς επικράτησε το “Κορυσχάδες”.
Στο σημείο αυτό, χωριστήκαμε σε δύο ομάδες, οι οποίες ακολούθησαν διαφορετική πορεία στα γραφικά σοκάκια των Κορυσχάδων με στάσεις σύντομες, σαν ένα παιχνίδι, σε σημεία που είχαν κάτι να μας πουν είτε από την ιστορία, είτε από την παράδοση. Έτσι, ανάμεσα στην αυτοσχέδια παμπάλαια βρύση, τα πέτρινα διατηρητέα σπίτια με την τοπική αρχιτεκτονική τους και τον παλιό νερόμυλο, ξεδιπλώνονταν η σκληρή ζωή των μονίμως αξύριστων ανταρτών, οι ανέκδοτες ιστορίες από τη δράση του θρυλικού Άρη Βελουχιώτη που αργότερα μάθαμε ότι αυτό ήταν το ψευδώνυμό του Θανάση Κλάρα (Άρης: θεός του πολέμου, Βελούχι: το τραχύ βουνό, ορμητήρο των Κλεφτών), τις συνήθειες και τις ασχολίες του χωριού στο παρελθόν.
Η συνάντηση των δυο ομάδων έγινε πάλι στην πλατεία, έπρεπε όμως να βιαστούμε διότι μας περίμενε η ξεναγός στο Δημοτικό Σχολείο που τώρα είναι το Μουσείο. Διαβάζουμε στον εξωτερικό τοίχο: “Επίδαυρος 1821- Κορυσχάδες 1944” , ενώ στο εσωτερικό βλέπουμε προσωπογραφίες των ηρώων του ’21 και επαναστατικά συνθήματα του τότε, που ήρθαν στο φως μετά την αποσβεστοποίηση των τοίχων, η ξεναγός μάς δίνει την εικόνα της εποχής και μας εξηγεί για ό,τι συνέβη στο χώρο αυτό, κάτω από την μύτη του κατακτητή, ακριβώς πριν από 67 χρόνια. Στη συνέχεια μας ξεναγεί στο πλούσιο φωτογραφικό και αρχειακό υλικό , γνωρίζουμε τα πρόσωπα της Κυβέρνησης του Βουνού, τους ιερείς αντάρτες παπα-Χολέβα και παπα-Ανυπόμονο, μελετάμε τη συγκλονιστική φωτογραφία της ζωσμένης ανώνυμης γυναίκας της Ρούμελης και βέβαια τις φωτογραφίες του Άρη Βελουχιώτη.
Απολαύσαμε για τελευταία φορά τη μαγευτική θέα και μπήκαμε στο λεωφορείο για την πλατεία του Καρπενησίου (καρ+ μπενίσι= χιονοσκεπή). Εκεί συνεχίσαμε το παιχνίδι των γρίφων, διασκεδάσαμε και επιμορφωθήκαμε. Χαρακτηριστική είναι η αληθινή ιστορία που ακούσαμε λίγο πριν τελειώσει η δραστηριότητα της πρώτης μέρας: “Στην Κατοχή δύο Γερμανοί στρατιωτικοί ζήτησαν καταφύγιο στους Κορυσχάδες. Ο πρώτος, ο Χανς, μετάνιωσε ειλικρινά για όσα εξαιτίας της πατρίδας του υπέφεραν οι Έλληνες και την απαρνήθηκε. Οι κάτοικοι ήταν επιφυλακτικοί μαζί του, ωστόσο άνοιξαν τα σπίτια τους και τον δέχτηκαν σαν μέλος της οικογένειας. Μόνο σ’ ένα σπίτι, το πλουσιότερο του χωριού, όταν άρρωστος βαριά τους ζήτησε μια κουταλιά μέλι του αρνήθηκαν. Ο δεύτερος, ο Κουρτ, ήταν κατάσκοπος που συστήθηκε σαν Άγγλος φίλος και είχε έτσι την εμπιστοσύνη τους. Μετά από λίγο καιρό- ο Κουρτ έκανε καλά την δουλειά του-, οι Γερμανοί μπήκαν στο χωριό με σκοπό να το κάψουν πέρα για πέρα. Ο Χανς, όμως, μπήκε μπροστά και τους εμπόδισε, και μόνο το σπίτι του εύπορου τσιγγούνη άφησε να καεί. Ήρθε η απελευθέρωση, ο Χανς συνελήφθη και στήνεται λαϊκό δικαστήριο για να τον κρεμάσουν. Λίγο πριν τραβήξουν οι χωρικοί το σκοινί, ο Γιάννης ,ένας έντιμος πατριώτης, τους σταματά θυμίζοντάς τους ότι ο Χανς έσωσε το χωριό τους. Πέρασαν τα χρόνια, οι μαύρες σελίδες του εμφυλίου έκλεισαν, οι αντάρτες θεωρήθηκαν προδότες και επικίνδυνοι αριστεροί και άλλοι εξορίστηκαν, άλλοι κίνησαν για τις χώρες του Ανατολικού μπλοκ. Ένας από αυτούς, ο Γιάννης από τους Κορυσχάδες, βρέθηκε στην Ανατολική Γερμανία. Το έφερε η μοίρα και μια μέρα βλέπει στην πλατεία του Ανατολικού Βερολίνου κόσμο μαζεμένο και τον Χανς στην αγχόνη με την κατηγορία του ναζιστή. Μπαίνει πάλι στη μέση ο Γιάννης και τους εξηγεί ότι ο άνθρωπος αυτός απαρνήθηκε το ναζισμό και γλύτωσε στην Κατοχή το χωριό του. Ο Γιάννης, για δεύτερη φορά, έσωσε από την κρεμάλα τον άτυχο Χανς”.
Φτάσαμε πια βράδυ στα δωμάτιά μας με μια τεράστια αλλά γλυκιά νύστα περίεργοι για τις εκπλήξεις της επόμενης μέρας.
Τετάρτη. Το πρόγραμμά μας είναι πρωινή δραστηριότητα στο Παλιό Μικρό Χωριό. Πριν την άφιξή μας, όμως, κατηφορίζουμε για ένα κεράκι στο Ησυχαστήριο της Οσίας Μαρίας Αιγυπτίας, χωμένο κυριολεκτικά στην αγκαλιά μια απρόσιτης πλαγιάς. Οι δύο καλοκάγαθες μοναχές γεμίζουν γαλήνη την ψυχή μας μόνο με την παρουσία τους. Μας φιλεύουν απλόχερα με ό,τι εκλεκτότερο διαθέτουν και μας ξεπροβοδίζουν. Πλησιάζουμε το Παλιό Μικρό Χωριό, απέναντι έχουμε το βουνό Χελιδόνα με ορατό από τον δρόμο μας το τεράστιο κομμάτι που κατολίσθησε το 1963 βυθίζοντας το χωριό στο πένθος. Τα 3/5 του χωριού καταστράφηκαν, αλλά οι κάτοικοι δε λύγισαν. Με πανελλαδικούς εράνους και την βοήθεια των μεταναστών-συγχωριανών τους- ένας ήταν ο καπνοβιομήχανος Κεράνης- το ξαναχτίζουν λίγο πιο μακριά. Σήμερα το Παλιό Χωριό αποτελεί θέρετρο και έχει ελάχιστους μόνιμους κατοίκους. Η άνοιξη στα καλά της. Δεν χορταίνουμε την απίστευτη ομορφιά όπου φτάνει το μάτι. Ζωντανά χρώματα ολόγυρά μας που θα ζήλευαν οι τελειότεροι ζωγράφοι, μυρωδιές λεβάντας στις αυλές και τις αισθήσεις μας σε ετοιμότητα για τη συνέχεια της πεζοπορίας.
Η ανάβαση στη Χελιδόνα ξεκινάει, αναγνωρίζουμε τους φυσικούς ήχους: το θρόισμα του αέρα στα αυτιά μας, τα κελαηδήματα, το κελάρυσμα του ρυακιού. Στο μυαλό μας έχουμε πάντα ένα γρίφο όσο ανηφορίζουμε, και ένα διαφορετικό αρχηγό αποστολής κάθε φορά. Κι όλα αυτά τα συνοδεύουν μύθοι για την ανθρώπινη καταγωγή των φυτών και των ζώων, όπως του βατόμουρου που ήταν έμπορος υφασμάτων (ονόματι Βάτος) που τον έκλεψαν, γι’ αυτό περνώντας από δίπλα του σκαλώνει στα ρούχα μας αναζητώντας απεγνωσμένα τον κλέφτη, ή της αρκούδας που ήταν μια ταλαιπωρημένη νύφη από τις ιδιοτροπίες της πεθεράς της, αλλά την συγχώρεσε, γι’ αυτό η αρκούδα δεν επιτίθεται στον άνθρωπο. Περιγραφές ακόμα για την αλληλεγγύη στη Φύση: ο κέδρος φιλοξενεί τα έλατα έως ότου μεγαλώσουν ή το γκι που έχει τις ρίζες του στα κλαδιά του ελάτου ή η κίσσα που αφήνει τα βελανίδια όπου να ‘ναι και έτσι φυτρώνουν βελανιδιές. Πληροφορίες για τις θεραπευτικές ιδιότητες ορισμένων δενδρυλλίων, όπως ο μέλεγος τα φύλλα του οποίου όταν βράσουν δίνουν ένα ζουμί, ιδανική αντιβίωση για της κότες. Στο μνημείο των 11 (εκτελεσθέντες όμηροι από τους Ιταλούς) και στο μονοπάτι “της σιωπής” είμαστε αμίλητοι για να μην ταράξουμε τους σκίουρους και αναζητούμε τα χνάρια τους στο χώμα. Στη θέση Κεφαλόβρυσο μαθαίνουμε ότι εδώ ο Μάρκος Μπότσαρης, αν και λαβωμένος βαριά, έδωσε την ύστατη ηρωική μάχη. Πιο πάνω είναι η βρύση του, όπου τα παλικάρια του έπλυναν τα αίματα και τον ασπάστηκαν ένας-ένας. Ήρθε και ο Καραϊσκάκης που τον ασπάστηκε με σεβασμό λέγοντας: “ Μάρκο, εύχομαι να έχω και ‘γω τέτοιον θάνατο”, διότι τότε ήταν τιμή να πεθάνεις νέος πάνω στη μάχη παρά άρρωστος και νικημένος από τα γηρατειά. Φορτισμένοι συναισθηματικά φθάνουμε στο τέλος της αποστολής, σε ένα ξέφωτο της Χελιδόνας. Είναι το εκκλησάκι του Αγίου Σώστη. Θαυμάζουμε από ‘κεί της κορυφογραμμές της Πίνδου όπου είναι σκαρφαλωμένα τα δυσπρόσιτα χωριά των Αγράφων. Αυτά τα τιμημένα χώματα της αγέρωχης Ευρυτανικής γης γέννησαν και έθρεψαν την απροσκύνητη κλεφτουριά, τους φλογερούς σκληροτράχηλους μαχητές της Αντίστασης, την ξεχωριστή πένα του λογοτέχνη Ζαχαρία Παπαντωνίου. Γέννησαν και έναν πολιτικό άνδρα σπανίου ήθους: τον ενωτικό Παύλο Μπακογιάννη που δολοφονήθηκε άνανδρα, το 1989, από τους τρομοκράτες πνίγοντας για πάντα τη μόνη ελεύθερη φωνή της Ντόιτσε Βέλε στα σκοτεινά χρόνια της Δικτατορίας. Μα ποιοι να θέλουν αυτή τη φυλή μονίμως προδομένη και διχασμένη; Η βουή του ορμητικού χειμάρρου πιο κάτω σπάζει την απέραντη ησυχία της στιγμής και μας βγάζει από τις σκέψεις μας. Μαθαίνουμε πώς να προσανατολιζόμαστε φυσικά, από την σκιά που δημιουργεί ο ήλιος ή μιλάμε για τον άλλον προσανατολισμό από τη θέση του ιερού στους ναούς, πάντα ανατολικά και για τα αγγεία και τείχη της Ελληνιστικής περιόδου που βρέθηκαν εκεί πράγμα που μαρτυρά ότι το Μικρό Χωριό κατοικούνταν από την αρχαιότητα.
Κατηφορίζουμε για το Σχολείο, που κάποτε πρόσφερε καταφύγιο στους πληγέντες και τώρα με πρωτοβουλία της Αδελφότητας Μικροχωριτών στεγάζει το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο. Παρακολουθούμε ένα βίντεο, αναδρομή στην ιστορία και τη συνεισφορά του χωριού στους Αγώνες, στην πληγή που άνοιξε στα σπλάχνα του η κατολίσθηση, στην πεισματική αναστύλωσή του. Κατόπιν, περιδιαβαίνουμε τις αίθουσες με τα εκθέματα, αδιάψευστα στοιχεία της πλούσιας, ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς. Με την προθυμία και το αμείωτο ενδιαφέρον μας και τις δυο μέρες, κερδίσαμε δικαιωματικά τον τελευταίο σταθμό. Είναι η λίμνη των Νεράιδων ή λίμνη των ευχών. Παραμυθένιο το θέαμα, στα κατακάθαρα γαλαζωπά νερά πετάμε πετρούλες και ευχόμαστε κάτι μυστικά. Και η ευχή θα πραγματοποιηθεί.
Αργά το μεσημέρι πήραμε το δρόμο του γυρισμού γεμάτοι πλούσιες εμπειρίες, έντονες εντυπώσεις, εικόνες και δυνατές συγκινήσεις από την άτρωτη περηφάνια και τις αλώβητες ομορφιές της κάθε ελληνικής γωνιάς.
Μαθήματα ζωής
Είναι λοιπόν, τώρα πια, εύκολο εμείς να σιωπήσουμε;
Είναι ποτέ δυνατόν, εμείς, να αφήσουμε να χάνεται αμαχητί μια τέτοια πατρίδα;
(Ευχαριστούμε θερμά τους συντελεστές της εκδρομής, τους αποσπασμένους εκπ/κούς του ΚΠΕ Καρπενησίου κ. Αναγνώστου Αμαλία και κ. Κοπανάκη Μανώλη, και τους φίλους-μαθητές και σπουδαστές της Εστίας για την ζεστή φιλοξενία τους.)
Ηρωίδης Άγγελος, μαθητής της Γ’ τάξης
Γόδου Αννέτα, Εκπαιδευτικός-Συνοδός
Πολύ καλές αυτού του τύπου οι Σχολικέ εκδρομές που συνδιάζουν μάθηση και οικολογία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια όσους θέλουν να μάθουν περισότερα για τον Παπα-Χολέβα ο οποίος ήταν και εκπαιδευτικός καθηγητής φιλόλογος-αρχαιολόγος συμφοιτητής του Μ.Ανδρόνικου.
Δειτε: http://papaholevas.blogspot.com/
http://en.wikipedia.org/wiki/Dimitrios_Holevas