Εκατοντάδες ήταν οι Σέρβοι επισκέπτες που κατέκλυσαν την
περιοχή τις προηγούμενες ημέρες. Με την ευκαιρία του εορτασμού της απαρχής της
λήξης του Α' Παγκοσμίου Πολέμου
με την διάσπαση του γνωστού ως Μακεδονικού
Μετώπου στην περιοχή Ντόμπρο Πόλε της Αριδαίας αλλά και την μάχη του
Καϊμακτσαλάν και το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία – μνημείο των πεσόντων την μεγαλύτερη μάχη που έγινε ποτέ σε
παγκόσμιο επίπεδο σε τέτοιο υψόμετρο με τόσες πολλές απώλειες. Οι αντιμαχόμενες
πλευρές έχασαν πάνω από 15000 άνδρες σε μια μάχη άνευ προηγούμενου. Ειδικά για
τους Σέρβους οι οποίοι είχαν τεράστιες απώλειες οι περιοχές αυτές αποτελούν
προσκύνημα.
Ο Δήμος Έδεσσας και η Δημοτική Επιχείρηση Έδεσσας μέσα από
μια σειρά δράσεων προσπαθούν σύμφωνα με τον υπεύθυνο πολιτιστικού Τουρισμού
Ευάγγελο Κυριακού να δημιουργήσουν ένα πεδίο ενδιαφέροντος για τους επισκέπτες
προκειμένου να γνωρίσουν από κοντά την πολυεθνική στρατιά της Ανατολής, τα
γεγονότα και τις ανθρώπινες ιστορίες αλλά και το ειρηνικό έργο των στρατιωτών
της περιόδου. Αρκετοί λοιπόν επισκέπτες ακολούθησαν την πολιτιστική διαδρομή
«Στα βήματα του Χο Τσι Μινχ» η οποία αποτελεί μέρος από τους δρόμους του
Μεταξιού και επισκέφθηκαν την Έδεσσα, τους Καταρράκτες, την Ορεινή Πέλλα,
διαμένοντας στον Παλαιό Άγιο Αθανάσιο. Εκατοντάδες επισκέπτες ανέβηκαν στο
εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία του πρωί της Κυριακής με ειδικά οχήματα 4Χ4 αλλά και
πεζοί ενώ το Καταφύγιο του Χιονοδρομικού κέντρου άνοιξε ειδικά για αυτό το
σκοπό.
Είχε προηγηθεί ένα μήνα νωρίτερα η φιλοξενία δημοσιογράφων
της Σερβικής κρατικής τηλεόρασης ενώ είχε διεξαχθεί και ο αγώνας «Η Μάχη του
Καϊμάκτσαλάν» με την ποδηλατική ανάβαση από την Έδεσσα έως το Χιονοδρομικό
Κέντρο Καϊμάκσταλάν. Η φύση, η ιστορία και οι δυνατότητες φιλοξενίας μπορούν με
διαρκή και συνεχή συνεργασία να αποδώσουν πολλαπλά οφέλη ύστερα από δικτύωση με
το διεθνές περιβάλλον σε συνδυασμό με τα μοναδικά στοιχεία, τους απλούς ανθρώπους
και τις προσωπικότητες που πέρασαν από την περιοχή. Είναι σημαντικό να μπορούμε
να δούμε το κοινό μας μέλλον χωρίς να ξεχνάμε ότι μας δίδαξε το παρελθόν όπως
παρατήρησε ένας Σέρβος επισκέπτης και συνέχισε «η Έδεσσα και η Ορεινή Πέλλα
είναι μοναδικά φιλόξενος τόπος και πολύ όμορφος, είστε τυχεροί που ζείτε εδώ
και εμείς που σας γνωρίσαμε. Εις το επανιδείν (Το τελευταίο σε απόλυτα
ελληνικά)»
ΠΗΓΗ TAS TV
Μάχη του Καϊμακτσαλάν
Μακεδονικό Μέτωπο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου
Profitis
Ilias Chapel at 2524m.jpg
Η εκκλησία στην κορυφή του Προφήτη Ηλία όπου βρίσκονται τα
κρανία των πεσόντων Σέρβων
Χρονολογία 12-30
Σεπτεμβρίου 1916
Τόπος Καϊμακτσαλάν
Έκβαση Τακτική
νίκη των Σέρβων[1]
Αντιμαχόμενοι
State Flag
of Serbia (1882-1918).svg Σερβία
Flag of Bulgaria.svg Βουλγαρία
Ηγετικά πρόσωπα
Ζιβόιν Μίσιτς
Κλίμεντ Μπογιάντζιεβ
Δυνάμεις
Άγνωστες
Άγνωστες
Απολογισμός
4.643 νεκροί[2][3][4]
Άγνωστες
Η Μάχη του Καϊμακτσαλάν ήταν πολεμικό επεισόδιο εντός
Ελληνικού εδάφους, στα πλαίσια του Μακεδονικού Μετώπου του Πρώτου Παγκοσμίου
Πολέμου μεταξύ των βουλγαρικών και των σερβικών δυνάμεων.
Η μάχη έλαβε χώρα από τις 12 μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 1916,
όταν ο σερβικός στρατός προσπάθησε να καταλάβει την κορυφή του Προφήτη Ηλία ενώ
ανάγκασε τους Βούλγαρους να υποχωρήσουν στο Μορίχοβο, όπου σχημάτισαν νέες
αμυντικές γραμμές. Την περίοδο 26-30 Σεπτεμβρίου, η κορυφή του Προφήτη Ηλία
άλλαξε πολλές φορές χέρια μέχρι να την καταλάβουν οριστικά οι Σέρβοι στις 30
Σεπτεμβρίου.
Η μάχη έληξε με σοβαρές απώλειες και για τις δύο πλευρές. Οι
Σέρβοι έχασαν περίπου 10.000 στρατιώτες μέχρι τις 23 Σεπτεμβρίου.[5] Οι
βουλγαρικές μονάδες έχασαν 90 άνδρες κατά μέσο όρο και ένα σύνταγμα έχασε κατά
μέσο όρο 73 αξιωματικούς και 3.000 άνδρες.[6]
Από την άποψη της στρατηγικής, η μάχη δεν ήταν μεγάλη
επιτυχία για τους Συμμάχους εξαιτίας του επικείμενου χειμώνα που καθιστούσε
περαιτέρω στρατιωτικές επιχειρήσεις σχεδόν αδύνατες.
ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ ΣΕΡΒΟΙ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΔΕΣΣΑ ΚΑΙ ΤΟ
ΚΑΙΜΑΚΤΣΑΛΑΝ
Σήμερα, στην κορυφή του Προφήτη Ηλία, εντός της Ελληνικής
επικράτειας, κοντά στα σύνορα Ελλάδας - ΠΓΔΜ, υπάρχει μια μικρή εκκλησία όπου
βρίσκονται τα κρανία των νεκρών Σέρβων στρατιωτών - η εκκλησία αυτή θεωρείται
πολιτιστικός χώρος και είναι τουριστικό αξιοθέατ
Τι έγινε στο Καϊμακτσαλάν;
ΤΙ ΕΓΡΑΨΕ Ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Μικρή ιστορική αναφορά στο λεγόμενο
"πισώπλατο χτύπημα"
Απ' όσα έχουμε αναφέρει μέχρι σήμερα, φαίνεται καθαρά πως το
πρόβλημα των σχέσεων του ΚΚΕ με το ΚΚΓ και η στάση του τελευταίου απέναντι στον
αγώνα του ΔΣΕ την περίοδο 1948-1949 δεν εξαντλείται - όπως ευρύτερα πιστεύεται
- στο τι έγινε τον Ιούλη του '49 στο Καϊμακτσαλάν. Επειδή, όμως, το επεισόδιο
του Καϊμακτσαλάν είναι το πλέον διαδεδομένο, αξίζει να σταθούμε λίγο πάνω σ'
αυτό.
Στις αρχές Ιούλη του '49 ο κυβερνητικός στρατός ξεκίνησε μια
σειρά προπαρασκευαστικές επιχειρήσεις στην περιοχή του Καϊμακτσαλάν - που είναι
πάνω στα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα - με σκοπό να δημιουργήσει μια σφήνα στην
Κεντρική Μακεδονία και να αποκόψει την επικοινωνία των ανταρτών που βρίσκονταν
στο Γράμμο και στο Βίτσι, με τις υπόλοιπες ανταρτικές δυνάμεις που δρούσαν
ανατολικότερα στο μακεδονικό χώρο. Οι επιχειρήσεις αυτές κράτησαν από τις 4 ως
τις 8 του Ιούλη και κατέληξαν σε νίκη του κυβερνητικού στρατού. Στις 4 του
Ιούλη έγινε συνάντηση αξιωματικών του γιουγκοσλαβικού και του ελληνικού
κυβερνητικού στρατού, την οποία ο ΔΣΕ πληροφορήθηκε από υποκλοπή σήματος
ασυρμάτου. Στις 5 του Ιούλη, υποτίθεται, ότι ο κυβερνητικός στρατός πέρασε από
το γιουγκοσλαβικό έδαφος και χτύπησε πισώπλατα τους αντάρτες.
Τη συνάντηση Ελλήνων και Γιουγκοσλάβων αξιωματικών δεν την
αρνούνται ούτε οι αντίπαλοι του ΔΣΕ. Να τι γράφει σχετικά ο στρατηγός
Ζαφειρόπουλος: "Διά την πρόληψιν της διαφυγής των συμμοριτών εις το
γιουγκοσλαβικόν έδαφος ο υποδιοικητής του 516 Τάγματος Πεζικού κατόπιν οδηγιών
και διαταγών του Γ Σ. Στρατού ήλθεν εις επαφήν μετά του αντίστοιχου Διοικητού
των μεθοριακών Γιουγκοσλαβικών δυνάμεων, τον οποίον διαβεβαίωσεν ότι η
διεξαγομένην επιχείρησις δεν είχε ουδένα εχθρικόν σκοπόν κατά της
Γιουγκοσλαβίας και παρακάλεσε να απαγορεύση την είσοδον των συμμοριτών εις το
έδαφός του. Πράγματι ο Γιουγκοσλάβος Αξιωματικός διαβεβαίωσε τον Ελληνα, ότι
συμφώνως με τας οδηγίας των προϊσταμένων του δε θα επιτρέψει την είσοδο και
πάντα εισερχόμενον θα συλλαμβάνη και αφοπλίζη.
Ο Διοικητής του 516 Τάγματος Πεζικού το αποτέλεσμα της
ανωτέρω συναντήσεως ανέφερεν εις προϊστάμενον κλιμάκιον δι' ασυρμάτου εις
ανοικτήν γλώσσαν. Τη δι' ασυρμάτου μετάδοσιν του αποτελέσματος της συναντήσεως
υπέκλεψαν οι ασύρματοι των συμμοριτών και, προς τον σκοπόν να μειωθή η σημασία
της ήττας του Καϊμακτσαλάν, η ηγεσία των συμμοριτών επετέθη διά ραδιοφωνικών
εκπομπών εις ανοικτήν γλώσσαν κατά του Τίτο... ". ("Αντισσυμμορικός
Αγών", σελ. 649 - 650). Πέραν των άλλων, από τη μαρτυρία του Ζαφειρόπουλου
αξίζει να συγκρατήσουμε το γεγονός ότι οι Γιουγκοσλάβοι είχαν ουσιαστικά
κλείσει τα σύνορά τους, πριν ακόμη ο Τίτο δηλώσει ανοικτά κάτι τέτοιο. Κι αυτό
είναι ένα ακόμη στοιχείο, που επιβεβαιώνει πόσο προκλητικά υποκριτική ήταν η
επιχειρηματολογία που χρησιμοποίησε για να δικαιολογήσει την ενέργειά του αυτή
κατόπιν.
Σε ό,τι αφορά το υποτιθέμενο πέρασμα κυβερνητικού στρατού
από το γιουγκοσλαβικό έδαφος, τις πληροφορίες στην ηγεσία του ΔΣΕ και του ΚΚΕ
έδωσε ο τότε διοικητής των ανταρτικών δυνάμεων στο Καϊμακτσαλάν Αλέκος
Παπαπαναγιώτου. Ο ίδιος, βέβαια, μετά την 6η Ολομέλεια του '56 είχε ξεχάσει τις
ευθύνες του γι' αυτό το γεγονός και πρωταγωνιστώντας στα πλαίσια του
γενικότερου αντιζαχαριαδικού κλίματος τα φόρτωσε όλα - όπως έκαναν και άλλοι -
στον Ν. Ζαχαριάδη. Για του λόγου το αληθές παραθέτουμε το διάλογο που είχαν,
για το θέμα, ο Παπαπαναγιώτου με τον Ζαχαριάδη στην 7η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ
το 1957:
"Α. Παπαπαναγιώτου: Σε ποια στοιχεία στηρίχτηκες και
χαρακτήρισες το πισώπλατο χτύπημα του Τίτο;
Ν. Ζαχαριάδης: Και στις δικές σου τις εκθέσεις, σύντροφε,
Παπαπαναγιώτου. Και στις δικές σου" ("7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του
ΚΚΕ - Φλεβάρης 1957 - Μόνο για εσωκομματική χρήση", σελ. 717 - 718).
Το 1980, σε μια συνέντευξή του στο Φ. Οικονομίδη, στην
εφημερίδα Ελευθεροτυπία (22/3/1980) ο Α. Παπαπαναγιώτου ήταν ιδιαίτερα
αποκαλυπτικός, όσον αφορά την ιστορική αλήθεια. Είπε συγκεκριμένα: "Το
κύριο υλικό για τη δημιουργία του "πισώπλατου χτυπήματος" το έδωσα
εγώ με τρεις αναφορές μου (με ασύρματο) στο Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ για
παραβίαση του Γιουγκοσλαβικού εδάφους από τον κυβερνητικό στρατό κατά τη
διάρκεια της μάχης στο Καϊμακτσαλάν. Η πεποίθησή μου τότε ότι η Γιουγκοσλαβία
βοηθάει τον αντίπαλό μας ενισχύθηκε και από την ανακοίνωση του Γενικού
Αρχηγείου του ΔΣΕ για τη συνάντηση Ελλήνων και Γιουγκοσλάβων αξιωματικών στο
Καϊμακτσαλάν".Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο Παπαπαναγιώτου σημείωσε ότι
εκ των υστέρων κατάλαβε πως, ως ένα βαθμό αδίκησε τον Ζαχαριάδη, ασκώντας του
κριτική για το θέμα. Κι όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει τι εννοεί, όταν λέει πως
αδίκησε τον Ζαχαριάδη, υπογράμμισε: "Οπως τα πίστευα εγώ για το λεγόμενο
"πισώπλατο χτύπημα" μπορεί και ο Ζαχαριάδης πραγματικά να τα πίστευε.
".
Αυτή είναι συνοπτικά η ιστορία το υποτιθέμενου πισώπλατου
χτυπήματος στο Καϊμακτσαλάν, που είτε έγινε - είτε όχι, δεν αναιρεί τα ιστορικά
γεγονότα, γύρω από τη συνολική στάση της Γιουγκοσλαβίας απέναντι στο ΚΚΕ και
τον ΔΣΕ, μετά τη σύγκρουση με το Ινφορμπιρό. Δεν αναιρεί ούτε τη στροφή της
Γιουγκοσλαβίας προς τους Αγγλοαμερικάνους, ούτε την υπονόμευση του αγώνα του
Δημοκρατικού Στρατού, ούτε, πολύ περισσότερο, την προδοσία αυτού του αγώνα, την
εγκατάλειψη της επαναστατικής αλληλεγγύης και του προλεταριακού διεθνισμού από
το ΚΚΓ. Βεβαίως, μπορούν να βρεθούν πολλές δικαιολογίες - άλλες λιγότερο και
άλλες περισσότερο πειστικές - γι' αυτή τη στάση. Ομως, εκείνο που μετράει και
έχει σημασία είναι ο χαρακτήρας της στάσης του γιουγκοσλάβικου κόμματος και οι
συνέπειές της. Οπως δεν πρέπει να υποβαθμίζεται ή πολύ περισσότερο να ξεχνιέται
και να διαγράφεται η σημαντική βοήθεια, που έδωσε η Γιουγκοσλαβία στον ΔΣΕ την
περίοδο 1946 - 1948, άλλο τόσο δεν πρέπει να λησμονείται και τι έγινε από κει
και μετά.
Καϊμακτσαλάν 1948.
Η γιουγκοσλαβική επίθεση
του Παντελή Καρύκα
Συγγραφέας – hellasforce.com
Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου σημειώθηκε πληθώρα
μεθοριακών επεισοδίων μεταξύ του Ελληνικού Στρατού (ΕΣ) και αλβανικών,
βουλγαρικών και Γιουγκοσλαβικών δυνάμεων. Ένα από τα σημαντικότερα επεισόδια
σημειώθηκε στην περιοχή Κουτσούμπεϊ Πέλλας, στα Ελληνoγιουγκοσλαβικά σύνορα. Το
συγκεκριμένο επεισόδιο εξελίχθηκε σε πραγματική μάχη, με απώλειες εκατέρωθεν.
Το Κουτσούμπεϊ είναι μια από τις κορυφές του όρους Βόρας
(Καϊμακτσαλάν) σε υψόμετρο 2399 μέτρων, στα όρια των νομών Πέλλας και Φλώρινας.
Συχνά, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, από την περιοχή περνούσαν δυνάμεις του
«Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας» (ΔΣΕ), μέσω του γιουγκοσλαβικού εδάφους, από και
προς το Βίτσι. Ο ΕΣ, επιχειρώντας να φράξει τα σύνορα, είχε εγκαταστήσει
φυλάκια κατά μήκος της οροθετικής γραμμής με την Γιουγκοσλαβία. Μετά την ρήξη
Τίτο – Στάλιν η ροή μαχητών και υλικών του ΔΣΕ είχε περιοριστεί, αλλά ένας
γενικότερος εκνευρισμός εξακολουθούσε να υπάρχει στην περιοχή.
Τον Αύγουστο του 1948 το Γ’ ΣΣ διατάχθηκε να πλήξει τις
ανταρτικές δυνάμεις που έδρευαν στο Καϊμακτσαλάν, ώστε να αποτραπεί η
μετακίνησή τους προς τον Γράμμο, που την περίοδο εκείνη δεχόταν την επίθεση του
ΕΣ.
Στις 8 Σεπτεμβρίου σημειώθηκε η, ομολογουμένως, περίεργη,
επέμβαση των Γιουγκοσλάβων υπέρ του ΔΣΕ. Την περίοδο αυτή στην περιοχή του
υψοδείκτη Κουτσούμπεϊ ήταν ανεπτυγμένες δυνάμεις του 514 και 556 Τάγματος
Πεζικού (ΤΠ).
Στην πυραμίδα υπ’ αριθμό 119 βρίσκονταν δύο ομάδες μάχης του
3ου Λόχου του 556ΤΠ, με επικεφαλής αξιωματικό. Ο 1ος Λόχος του 556ΤΠ ήταν
ανεπτυγμένος δεξιά του Κουτσούμπεϊ, στο ύψωμα 2157, ενώ διλοχία του 514ΤΠ είχε
αναπτυχθεί στα υψώματα Προφήτης Ηλίας (υψ. 2524) και Στάλο (υψ. 2236).
Στις 14.30 το μεσημέρι της 8ης Σεπτεμβρίου οι ομάδες μάχης,
οι ανεπτυγμένες στην οροθετική γραμμή, αντιλήφθηκαν την κίνηση ισχυρών δυνάμεων
από το γιουγκοσλαβικό έδαφος. Οι γιουγκοσλαβικές δυνάμεις χωρίστηκαν σε τρείς
φάλαγγες και σταδιακά αναπτύχθηκαν σε σχηματισμό μάχης και συνέχισαν να
κινούνται προς το ελληνικό έδαφος. Οι ελληνικές δυνάμεις – 20 περίπου άνδρες –
θεώρησαν ότι πρόκειται για τμήματα του ΔΣΕ που είχαν καταφύγει στη
Γιουγκοσλαβία και τώρα επανέρχονταν, όπως έπρατταν άλλωστε συνεχώς. Ο διμοιρίτης
ανθυπολοχαγός Ιωάννης Καπέτης αμέσως έθεσε τους άνδρες σε συναγερμό και άρχισε
να λαμβάνει μέτρα άμυνας. Ο ελαφρύς όλμος των 60mm. της διμοιρίας τάχθηκε στην
κορυφή του Κουτσούμπεϊ και οι λοιποί άνδρες αναπτύχθηκαν αμυντικά στους βράχους
γύρω από το τριγωνομετρικό 119.
Οι γιουγκοσλαβικές δυνάμεις συνέχισαν την προχώρησή τους και
μια ομάδα, δύναμης 60 περίπου ανδρών, εισέβαλε στο ελληνικό έδαφος. Αμέσως οι
ελληνικές δυνάμεις άνοιξαν πυρ. Αλλά οι Γιουγκοσλάβοι όχι μόνο δεν σταμάτησαν,
αλλά απάντησαν στα πυρά και άλλες δύο ομάδες εισέβαλαν στο Ελληνικό έδαφος,
προσπαθώντας να κυκλώσουν το Ελληνικό τμήμα. Ο διμοιρίτης Καπέτης, για να μην
περικυκλωθεί, διέταξε υποχώρηση στην κορυφή του Κουτσούμπεϊ. Εκεί η ελληνική
διμοιρία αναπτύχθηκε αμυντικά. Κατά την υποχώρηση, ένας Έλληνας στρατιώτης, ο
Βασίλειος Μωισιάδης, έχασε τον προσανατολισμό του, λόγω και της πυκνότατης
ομίχλης που κάλυπτε την περιοχή και τελικά αιχμαλωτίστηκε από τους εισβολείς.
Άλλοι τρείς στρατιώτες χάθηκαν, αλλά τελικά κατάφεραν να ενωθούν με τη
διμοιρία, λίγο αργότερα.
Ο ανθυπολοχαγός Καπέτης κατάφερε να ενημερώσει τον 3ο Λόχο
για τα συμβαίνοντα. Στις 15.15 οι άλλες δύο γιουγκοσλαβικές φάλαγγες κινήθηκαν
επί της νοτιοδυτικής κλιτύος του Κουτσούμπεϊ και διείσδυσαν σε βάθος 1.500 μ.
εντός του ελληνικού εδάφους και προσέβαλλαν ταυτοχρόνως το Κουτσούμπεϊ και τον
Σταθμό Διοίκησης (ΣΔ) του 3ου Λόχου!
Η μάχη συνεχίστηκε, με τους Γιουγκοσλάβους να επιτίθενται
ορμητικά κατά των ελληνικών θέσεων και τους Έλληνες να αμύνονται ηρωικά. Τους
δύο αντιπάλους χώριζαν λίγα μόλις μέτρα και η μάχη εξελίχθηκε σε μονομαχία με
τις χειροβομβίδες, σε απόσταση κάτω των 20μ. Μέχρι την 17.15 η μάχη κράτησε με
τον μοναχικό λόχο να αμύνεται στις λυσσαλέες γιουγκοσλαβικές επιθέσεις. Τότε
όμως έφτασε στο πεδίο της μάχης ο 1ος Λόχος του 556ΤΠ, ο οποίος είχε
ειδοποιηθεί στο μεταξύ. Ο Λόχος αυτός κατέλαβε με δύο διμοιρίες τα βραχώδη
αντερείσματα τα εκατέρωθεν του αυχένα μεταξύ του Κουτσούμπεϊ και του υψ. 2260,
νοτιοανατολικά του Κουτσούμπεϊ, ανακόπτοντας έτσι την γιουγκοσλαβική προσπάθεια
περικύκλωσης του 3ου Λόχου και με την 3η του διμοιρία, ενίσχυσε τους
αμυνόμενους του 3ου Λόχου.
Την στιγμήν εκείνη, περί τις 17.30 περίπου, η ομίχλη
διαλύθηκε οπότε στον αγώνα εισήλθε και το Ελληνικό πυροβολικό και οι όλμοι του
556ΤΠ. Εκμεταλλευόμενοι τα πυρά υποστήριξης οι δύο ελληνικοί λόχοι εκτέλεσαν
ορμητική αντεπίθεση. Η ιαχή «Αέρα» ακούστηκε ξανά στις βουνοκορφές και οι
Γιουγκοσλάβοι τράπηκαν σε φυγή. Το αστείο πάντως της υπόθεσης ήταν ότι μέχρι
τότε οι Ελληνικές δυνάμεις συνέχιζαν να πιστεύουν ότι μάχονταν κατά ανταρτών.
Όταν όμως πλησίασαν τις θέσεις που είχαν καταλάβει οι Γιουγκοσλάβοι και
αντίκρισαν τους νεκρούς κατάλαβαν ότι τόσες ώρες πολεμούσαν με μονάδες του
τακτικού Γιουγκοσλάβικού Στρατού. Σε λίγο το γεγονός επιβεβαιώθηκε από τη σύλληψη
ενός Γιουγκοσλάβου αιχμαλώτου – την επομένη συνελήφθησαν άλλοι δύο στρατιώτες.
Οι Γιουγκοσλάβοι είχαν τραπεί σε φυγή, αφήνοντας πίσω τους
17 νεκρούς (δύο αξιωματικοί) και τρεις αιχμαλώτους. Επίσης εγκατέλειψαν τέσσερα
οπλοπολυβόλα, επτά υποπολυβόλα, τέσσερα τυφέκια, χειροβομβίδες, ταινίες
πολυβόλου και φυσίγγια αντιαρματικού τυφεκίου, όλα σοβιετικής προέλευσης. Οι
ελληνικές απώλειες ήταν ασήμαντες – πέντε τραυματίες και ένας αγνοούμενος.
Κατά τη μάχη αιχμαλωτίστηκαν τρεις Γιουγκοσλάβοι στρατιώτες,
ο Αμπτουλάχ Μπούσανιτς (μωαμεθανός Βόσνιος), ο Μίλοραντ Νεσοβάνιτς (Σέρβος) και
ο Φράνιο Τόπλεκ (Κροάτης). Οι αιχμάλωτοι, κατόπιν ανακρίσεως, κατέθεσαν ότι
ανήκαν στο 1ο Τάγμα (οι δύο πρώτοι του 1ου Λόχου και ο τρίτος του 2ου Λόχου)
της 42ης Ταξιαρχίας της ΙΙ Μεραρχίας με έδρας το Μοναστήρι. Το Τάγμα τους
αποτελείτο από τέσσερις λόχους τυφεκιοφόρων δυνάμεως περίπου 100 ανδρών ο
καθένας και λόχου βαρέων όπλων – όλμων και πολυβόλων. Συνολικά η δύναμη του
τάγματος έφτανε τους 480 άνδρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου