Η απάντηση του υπουργείου Παιδείας στο σχολικό εκφοβισμό είναι η εγκληματοποίηση ενός κοινωνικού φαινομένου, ο στιγματισμός και κοινωνικός αποκλεισμός των εκφοβιστών και ένα σχολείο διακρίσεων και ανταγωνισμού.
Γράφει η Ι. Δρόσου.
Ως σχολικός εκφοβισμός δεν νοείται κάθε είδους επιθετική συμπεριφορά ή κάθε είδους σύγκρουση μεταξύ μαθητών εντός του σχολείου.
Για να οριστεί εκφοβιστική μια συμπεριφορά, απαιτείται ανισορροπία δύναμης, να ασκείται απρόκλητα, επαναλαμβανόμενα, αδικαιολόγητα και άδικα βία (ψυχολογική, λεκτική, σωματική) από έναν ισχυρότερο προς ένα ασθενέστερο, με στόχο να νιώσει ο αδύναμος φόβο, ανησυχία και πόνο.
Ο εκφοβισμός, επομένως, απαιτεί ένα μοτίβο συμπεριφοράς και όχι μια στιγμή σύγκρουσης. Ο εκφοβισμός ακολουθείται από το επίθετο «σχολικός» όταν ασκείται εντός του σχολικού περιβάλλοντος, ωστόσο η εκφοβιστική συμπεριφορά σαφώς δεν περιορίζεται σε αυτές τις ηλικίες, ούτε στα σχολικά προαύλια.
«Ζούμε αρμονικά. Σπάμε τη σιωπή» ήταν ο τίτλος του νόμου 5029/2023 με τον υπότιτλο «Ρυθμίσεις για την πρόληψη και αντιμετώπιση της βίας και του εκφοβισμού στα σχολεία και άλλες διατάξεις».
Ένα χρόνο μετά, και ενώ η ειδησεογραφία βρίθει περιστατικών σχολικού εκφοβισμού, ανακοινώνεται η καμπάνια Stop Bullying και ανεβαίνει πλατφόρμα καταγγελιών (stop-bullying.gov.gr) με το σλόγκαν «Μην ανέχεσαι το bullying. Μίλα. Μπορείς».
Επιπλέον, το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε τη δυνατότητα επιβολής πενθήμερης αποβολής, ακόμα και την αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος ως ποινές για την αντιμετώπιση περιστατικών σχολικού εκφοβισμού, την ψηφιοποίηση των απουσιών και την απαγόρευση της διαγραφής τους, όπως και την υποχρέωση των γονιών να καλύψουν το κόστος επιδιόρθωσης τυχόν υλικόν ζημιών.
Το υπουργείο Παιδείας αντιμετωπίζει το σχολικό εκφοβισμό ως ένα κοινωνικό φαινόμενο αδιερεύνητο, τυλιγμένο με ένα πέπλο σιωπής, και τους θύτες ως εγκληματίες που πρέπει να αντιμετωπιστούν με πολιτικές μηδενικής ανοχής.
Ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο
Ο σχολικός εκφοβισμός είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο, διόλου αχαρτογράφητο. Το αντίθετο. Στη βιβλιογραφία υπάρχουν έρευνες που πάνε πίσω στο χρόνο τουλάχιστον πέντε δεκαετίες καμία από τις οποίες δεν καταλήγει στο ότι «φταίει το παιδί».
Πράγματι, ο σχολικός εκφοβισμός έχει μια ανησυχητική συχνότητα. Όπως καταγράφηκε ερευνητικά 1 το 32,4% των παιδιών έχει δεχθεί εκφοβισμό από τους συμμαθητές του το σχολικό έτος 2022-2023. Το ερώτημα που προκύπτει είναι ποιοι είναι οι εκφοβιστές (bullies); Είναι τα «κακά παιδιά»;
Το φαινόμενο δεν εστιάζει στα παιδιά, αλλά στο περιβάλλον τους. Πρώτα και κύρια στο οικογενειακό. Τα παιδιά που εκδηλώνουν εκφοβιστική συμπεριφορά έχει καταγραφεί πως βιώνουν στο σπίτι τους επιθετική συμπεριφορά, μπορεί να έχουν ζήσει ενδοοικογενειακή βία, να νιώθουν τη γονεϊκή απουσία ή και την αμέλεια, να μεγαλώνουν σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον με τιμωρίες και περιορισμούς.
Δεύτερον, στο σχολικό περιβάλλον. Ο σχολικός εκφοβισμός εδράζει στα σχολεία που βρίσκονται υπό εγκατάλειψη, με έλλειψη προσωπικού, περιορισμένες κτιριακές υποδομές, με συνωστισμό μαθητών σε μικρούς χώρους, με περιορισμένα σχολικά ερεθίσματα, με υπερβολική χρήση τιμωρίας και αποβολής ως μέσο πειθαρχίας, με έμφαση στην ακαδημαϊκή επιτυχία και προσανατολισμό την αριστεία.
Τρίτον, στην κοινωνία. Ο κίνδυνος για εκδήλωση φαινομένων εκφοβισμού αυξάνεται σε κοινωνίες που αναπτύσσονται μεγάλα κοινωνικά προβλήματα (έξαρση των ανισοτήτων, ρατσισμός, ανεργία, απώλεια εισοδήματος, μετανάστευση, υλικές απώλειες, κ.ά.) ως απόρροια κρίσεων (οικονομική, προσφυγική, στεγαστική, δημογραφική, κ.λπ.).
Τέταρτον, τα ερεθίσματα. Η εξοικείωση με τη βία που προκύπτει μέσα από την προβολή της στα ΜΜΕ, την τηλεόραση, τα social media, το gaming ενισχύουν τις συγκρούσεις μεταξύ μαθητών και αυτές μπορεί να κλιμακωθούν σε σχολικό εκφοβισμό.2
Εγκληματοποίηση του φαινομένου
Η καμπάνια ευαισθητοποίησης του υπουργείου Παιδείας “Stop Bullying” αγνοεί όλους σχεδόν τους παράγοντες και αντιμετωπίζει το φαινόμενο ως έγκλημα, που πρέπει να παταχθεί. Η κυβέρνηση δεν βλέπει το σχολείο που έχει δημιουργήσει, ένα εξαιρετικά ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπου στο όνομα της αριστείας και της ακαδημαϊκής επιτυχίας οι συμμαθητές και συμμαθήτριες δεν είναι μία ομάδα, αλλά μονάδες που η μία προσπαθεί να ξεπεράσει την άλλη.
Στο σχολείο δεν ενθαρρύνεται η αλληλεγγύη, η ενσυναίσθηση και η συμπερίληψη. Αντίθετα, ενισχύεται ο αποκλεισμός και η αποξένωση. Πώς ένα σχολείο που δεν αποδέχεται τη διαφορετικότητα (φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού, θρησκευτικών πεποιθήσεων, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής), αλλά αντίθετα την οξύνει3 θα μπορέσει να αντιμετωπίσει ένα φαινόμενο που στηρίζεται στην ανισότητα; Είναι αδύνατο.
Για αυτό και επιλέγει τον δρόμο της καταστολής. Εγκληματοποιεί ένα κοινωνικό φαινόμενο μέσω της αναπαραγωγής ηθικών πανικών, εγείροντας δηλαδή το φόβο και την ανησυχία απέναντι σε ένα άτομο ή μία ομάδα ατόμων ή ακόμα και μία κατάσταση που απειλούν τις αξίες και τα συμφέροντα της (σχολικής) κοινότητας. Εν ολίγοις, ασκεί εκφοβισμό στους εκφοβιστές (Bullying the bully).
Στο σχολείο -σύμφωνα με την οπτική του υπουργείου Παιδείας- έχει επιβληθεί μια omerta, ο νόμος της σιωπής, όπως στις εγκληματικές οργανώσεις (μαφίες), έχει κυριαρχήσει ο φόβος και ο νόμος του ισχυρού. Πρόκειται για μια μεταφορά της θεωρίας των σπασμένων παραθύρων (Willson & Kelling, 1982)4, η οποία περιγράφει ένα αλληγορικό σχήμα όπου το κράτος παραλληλίζεται με τον ιδιοκτήτη του ακινήτου, το ακίνητο με την κοινωνία (στο σημερινό παράδειγμα με το σχολείο) και το σπασμένο παράθυρο με την εκδήλωση σειράς αντικοινωνικών και παραβατικών συμπεριφορών, υπεύθυνων για την υποβάθμιση της ποιότητας της ζωής των κατοίκων (ας το δούμε και ως σχολικό εκφοβισμό).
Η θραύση του παραθύρου με την εκδήλωση παραβατικών συμπεριφορών και η παράλληλη παθητική στάση της κοινωνίας για την αποκατάστασή τους (εδώ μπαίνει στον παραλληλισμό το «σπάσε τη σιωπή») συνεπάγεται τη θραύση ολοένα και περισσότερων παραθύρων και επομένως την εξουδετέρωση του κοινωνικού ελέγχου.
Έτσι, φτάσαμε στις «υποβαθμισμένες περιοχές» στην ανάπτυξη της θεωρίας τη δεκαετία του 1980 και των συνακόλουθων πολιτικών μηδενικής ανοχής, για τη διατήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Τώρα έχουμε τα σχολεία-γκέτο, όπου κυριαρχεί η ανομία. Και κρεμάνε στους λαιμούς των παιδιών που ζουν στα περιβάλλοντα που περιγράψαμε την ταμπέλα του «νταή» ή «εκφοβιστή».
Γιατί μηδενική ανοχή
Τα παιδιά αυτά αποτελούν τους νέους «περιθωριοποιημένους» (Becker, 1963) 5, εκείνους που δεν τηρούν τους κανόνες που επιβάλλουν οι «εργολάβοι της ηθικής», οι ισχυροί που στο όνομα της κοινωνικής ηθικής και του καλού στοχοποιούν τους «παραβάτες».
Φταίνε, επομένως, τα παιδιά. Τα παιδιά που είναι θύτες, τα παιδιά που είναι σιωπηροί μάρτυρες και τα παιδιά που είναι θύματα και δεν μιλούν. Έρχεται, λοιπόν, το κράτος να φτιάξει τα «σπασμένα παράθυρα» και να επιβάλει την τάξη και την ασφάλεια, με μία πολιτική μηδενικής ανοχής.
Ένα νόμο κοινωνικού αποκλεισμού, που θα αφήνει στο περιθώριο τους «περιθωριοποιημένους», που θα στιγματίζει. Ένα νόμο που μεταφέρει την ευθύνη στα παιδιά, σε όποια θέση και αν βρίσκονται. Ένα νόμο που αντιμετωπίζει τα παιδιά ως εγκληματίες και το σχολικό περιβάλλον ως εγκληματογόνο, εφαρμόζοντας την καταστολή.
Τι και αν όπου εφαρμόστηκε απέτυχε σε πολύ μεγάλο ποσοστό (86%) και τα συμπεράσματα αυτών των ερευνών έχουν δημοσιευτεί εδώ και μία εικοσαετία 6; Η εγκληματοποίηση της εκφοβιστικής συμπεριφοράς και η αντιμετώπισή της ποινικοκατασταλτικά δεν είναι συνέπεια, αλλά πολιτική επιλογή και μάλιστα ταξική.
Η έρευνα των Γιαννόπουλου & Λεριού έδειξε ότι ο εκφοβισμός είναι φυλετικός, ενώ εκδηλώνεται περισσότερο σε κορίτσια και σε φτωχά παιδιά. Όπως σημειώνεται «τα παιδιά που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να καταστούν θύματα εκφοβισμού από συμμαθητές τους είναι καταρχάς όσα έχουν μεταναστεύσει στην Ελλάδα από άλλες χώρες, τα κορίτσια και τα παιδιά που βιώνουν υλική στέρηση» (σ.73).
Η κυβέρνηση παίρνει κανένα μέτρο για να στηρίξει αυτά τα παιδιά, για να δημιουργήσει ένα σχολείο δημοκρατικό και συμπεριληπτικό, που θα δίνει ίσες ευκαιρίες. Αντίθετα, ενισχύει τα παιδιά εκείνα που έχουν οι οικογένειές τους την οικονομική δυνατότητα να ανταπεξέλθουν στο ανταγωνιστικό περιβάλλον που έχει καλλιεργήσει. Και παράλληλα, φροντίζει τα παιδιά που οι συνθήκες τα έκαναν να έχουν εκφοβιστική συμπεριφορά να τα πετάει έξω από τη σχολική κοινότητα και να προδιαγράφει το μέλλον τους στο κοινωνικό περιθώριο.
Η καμπάνια Stop bullying κάνει αυτό ακριβώς που υποτίθεται ότι προσπαθεί να αντιμετωπίσει, ασκεί bullying, με αποτέλεσμα να εδραιώνεται ένα κράτος-νταής, τη στιγμή που εκείνο παράγει και αναπαράγει το σχολικό, οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον που δημιουργεί την εκφοβιστική συμπεριφορά.
YΓ1. Ο υπουργός Παιδείας κ. Κυριάκος Πιερρακάκης ανακοίνωσε σε τηλεοπτική εκπομπή ότι τον Σεπτέμβριο θα κληθούν όλοι οι γονείς να υπογράψουν το νέο κανονισμό λειτουργίας του σχολείου, προκειμένου να εγγραφούν τα παιδιά στο σχολείο.
Θα υπογράψουν δηλαδή εν λευκώ ανάληψη ευθύνης. Αν αρνηθούν, το παιδί τους δεν μπορεί να εγγραφεί στο σχολείο. “Είναι κομμάτι διαμόρφωσης κουλτούρας” είπε ο κ. Πιερρακάκης. Και πράγματι ορίζει ως υποκουλτούρα βίας το σύνολο των μαθητών και αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνος στιγματισμός των νέων γενιών. Αυτό είναι στοχοποίηση.
Σημειώσεις
1.Γιαννόπουλος Κ., Λεριού Ειρ. (2023), Σχολικός εκφοβισμός στην Ελλάδα και φτώχεια: Ευρήματα από την εφαρμογή ενός νέου μοντέλου καταγραφής για το 2022-2023, ΚΕΠΕ, Οικονομικές Εξελίξεις, τεύχος 52, σσ. 61-77
2.Rigby, K. (2008). Σχολικός εκφοβισμός: Σύγχρονες απόψεις. Αθήνα: Εκδόσεις Τόπος
3.Ενδεικτικά, τα trans και intersex παιδιά δεν έχουν καμία ορατότητα και αναγνώριση στη σχολική κοινότητα, δεν προβλέπονται μαθήματα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης που να περιλαμβάνουν κάθε πτυχή σεξουαλικού προσανατολισμού, δεν προωθείται η θρησκευτική ανεξαρτησία αλλά κυριαρχεί το ορθόδοξο δόγμα σε βάρος άλλων θρησκειών, δεν εντάσσονται ομαλά τα παιδιά μεταναστών και προσφύγων.
4. Kelling L.G. & Wilson Q.J. (March 1982), “Broken Windows: The police and neighborhood safety”, Atlantic Monthly, Issue 249, p. 29-38
5.Becker S.H. (2000), Οι περιθωριοποιημένοι. Μελέτες στην Κοινωνιολογία της παρέκκλισης, Νομική Βιβλιοθήκη
6.Smith JD , Schneider BH , Smith PK and Ananiadou K . (2004), “The effectiveness of whole-school anti-bullying programs: A synthesis of evaluation research”, School Psychology Review , 33(4). p. 547 – 560
H Ιωάννα Δρόσου είναι δρ. Εγκληματολογίας, μεταδιδακτορική ερευνήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Πηγή:news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου