Ο δρ Μιχάλης Πεγκλής διετέλεσε σύμβουλος του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και του προέδρου της Ν.Δ. Κυριάκου Μητσοτάκη.
Τα 25 χρόνια που πέρασαν από την περίοδο 1992-93 και το «Μακεδονικό» δεν ήταν «ανέξοδα» για εμάς. Η Ελλάδα θα βρισκόταν σε καλύτερη οικονομική κατάσταση σήμερα αν το ζήτημα της ονομασίας είχε επιλυθεί από τότε. Ο ακατονόμαστος γείτονας θα είχε ενταχθεί στην Ε.Ε. το 2007 μαζί με Βουλγαρία και Ρουμανία και στο ΝΑΤΟ το αργότερο το 2009. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα σημαντική διεύρυνση των βορείων συνόρων μας με χώρες τής Ε.Ε., ταχύτερη ανάπτυξη των οδικών μεταφορών με την Κεντρική Ευρώπη, μείωση κόστους για τις εξαγωγές μας, περισσότερες αφίξεις τουριστών στη Β. Ελλάδα, λόγω υψηλότερου ατομικού εισοδήματος των γειτόνων. Αλλωστε, όχι για πρώτη φορά στη διπλωματική μας ιστορία, σήμερα διεκδικούμε αυτό που τότε απορρίπταμε.
Ας δούμε, όμως, την ουσία της διαφωνίας. Η σύνθετη ονομασία προβάλλεται σήμερα ως ένας «έντιμος συμβιβασμός», δηλαδή, πιστεύουμε ότι, κακώς χρησιμοποιούν τον όρο «Μακεδονία», αλλά «κάνουμε λίγο πίσω» από ρεαλισμό έναντι της αναγνώρισης που έχουν με αυτό το όνομα. Είναι όμως η σύνθετη ονομασία έναντι όλων η «δεύτερη καλύτερη λύση»; Κατά τη γνώμη μου δεν είναι η δεύτερη αλλά είναι η καλύτερη λύση. Μέσα σε 25 χρόνια μη λύσης, τα Σκόπια κατάφεραν να τους αποκαλεί η πλειονότητα των κρατών «Μακεδονία», αλλά δεν κατάφεραν να αμφισβητηθεί η ελληνικότητα της Μακεδονίας. Αυτό, αν και οξύμωρο, είναι λογικό. Ευρώπη και κόσμος δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την ονοματολογική διένεξη δύο χωρών, αλλά και δεν ξανάγραψαν τα επιστημονικά τους βιβλία, σύμφωνα με τα οποία η Μακεδονία είναι μέρος του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και της αρχαιοελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς σήμερα.
Αν λοιπόν αύριο το πρωί κλείσουμε το θέμα με την ονομασία «Ανω» ή «Βόρεια» Μακεδονία, αυτό δεν είναι εις βάρος μας, αλλά υπέρ μας, αφού η ελληνικότητα της μακεδονικής κληρονομιάς δεν αμφισβητείται από κανένα, μήτε και από τους ίδιους τους Σκοπιανούς. Ενα κράτος με εσωτερική αστάθεια (Αλβανοί, Τούρκοι κ.λπ.) έχει μεγάλη ανάγκη εθνικής ολοκλήρωσης, οικοδόμησης συλλογικής ταυτότητας αλλά και ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Σε αυτές τις επιδιώξεις η Ελλάδα είναι ο «φυσικός προορισμός». Η πρόσδεση του κράτους αυτού στη χώρα μας θα ερχόταν εκ των πραγμάτων, αρκεί βέβαια να την ενθαρρύναμε και εμείς. Σήμερα άγονται και φέρονται ανάμεσα σε ΗΠΑ, Γερμανία αλλά και κάθε συγκυριακό σύμμαχο βρίσκεται στον δρόμο τους.
Χωρίς τη λάμψη της «μακεδονικής» κληρονομιάς, η γεωπολιτική υπόσταση των Σκοπίων, ως σλαβικού και ορθόδοξου κρατιδίου στην πολυτάραχη βαλκανική χερσόνησο, θα την οδηγούσε να κοιτάει προς τη Σερβία ή/και προς τη Ρωσία. Η καταπίεση αρκετών δεκαετιών, όμως, από τη Σερβία, έκανε τους γείτονές μας σήμερα να «σιχτιρίζουν» αυτή την προοπτική, δημιουργώντας για εμάς ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας. Η πολλαπλάσια γεωγραφική, οικονομική και πολιτιστική υπεροχή μας έναντι των γειτόνων, που θέλουν να απαλλαγούν από το κομμουνιστικό τους παρελθόν, θα τους έκανε να βρουν σε εμάς καταφύγιο. Η συζήτηση περί αλυτρωτικών βλέψεων των «Ανωμακεδόνων» είναι το συντομότερο ανέκδοτο. Τα Σκόπια δεν έχουν καμία δυνατότητα και κυρίως συμφέρον σήμερα ή στο μέλλον, να μας απειλήσουν. Πλην της Κύπρου, τα Σκόπια είναι το πλέον «όμορο» με τη χώρα μας κρατίδιο του πλανήτη σήμερα. Ο μικρής έκτασης εγχώριος εθνικισμός τους, «Σερβοσλαβικής λεβεντιάς» τροφοδοτείται επί 25 χρόνια τώρα από την εχθρότητα της δικής μας πλευράς και θα μπορούσε να μετατραπεί, με τρόπο και όχι με κόπο, σε «αδελφότητα του δικού μας πατριωτισμού». Ελάχιστη προϋπόθεση, όμως, είναι η δική μας αποδοχή. Οι «Ανωμακεδόνες» είναι αδέλφια μας, τίποτα περισσότερο, ενώ αντί να μιλούν τα άσχετα με τη Μακεδονία βουλγαροσλάβικα, θα τους βοηθήσουμε να μάθουν τη «μητρική» τους γλώσσα. Επιπλέον, η αναγνώριση ως «Ανω Μακεδονία» θα επιτάχυνε τη δική τους προσαρμογή στην πραγματικότητα, δηλαδή στην ελληνικότητα της ταυτότητάς τους, που άλλωστε είναι ασύγκριτα ελκυστικότερη από την έτερη και «δοτή» σλαβική ταυτότητα. Οι ψυχροπολεμικές σχέσεις λειτούργησαν υποβοηθητικά στην αυτοπεριχαράκωσή τους μέσα στον «μύθο» τους. Το όνομα «Σλαβομακεδονία» δεν είναι καλύτερο, καθώς εμπεριέχει ένα «μη ελληνικό» συνθετικό που δεν διευκολύνει τον «εξελληνισμό» τους.
Η σύγχρονη Ελλάδα, παρά τα προβλήματά της, παραμένει ηγέτιδα δύναμη στην περιοχή. Διαθέτει πολύ περισσότερες ευκαιρίες, πενταπλάσιο κατά κεφαλήν εισόδημα, απείρως καλύτερο κλίμα και τρόπο ζωής, μοναδικό πολιτισμό και ισχυρό brand name. Σήμερα, λοιπόν, και αφού πέρασε ένα τέταρτο του αιώνα, πρέπει να προχωρήσουμε χωρίς φόβο στην πλήρη αποκατάσταση των σχέσεων. Αυτή τη γραμμή προσεταιρισμού ακολουθεί τον τελευταίο χρόνο η Βουλγαρία, χωρίς όμως να μπορεί να προσφέρει τίποτα σημαντικό σε αυτούς, καθώς αποτελεί, στην καλύτερη περίπτωση, κλάσμα της Ελλάδας σε όλους τους στρατηγικούς και διεθνοπολιτικούς δείκτες.
Με βάση την παραπάνω ανάλυση, ο γεωγραφικός προσδιορισμός στην ονομασία των Σκοπίων είναι η καλύτερη λύση, καθώς διευκολύνει την πρόσδεση της «Ανω Μακεδονίας» στη «μαμά Μακεδονία». Η πρόσδεση αυτή ξεκινάει με το πλήρες άνοιγμα των σχέσεων, ανάπτυξη συνεργασιών σε υψηλή, χαμηλή και θεματική διπλωματία, επιτάχυνση της ενταξιακής τους πορείας προς την Ευρωπαϊκή Ενωση, κοινό σχεδιασμό για υποδομές που θα θωρακίσουν την ευρύτερη περιοχή μας έναντι των μεγάλων αγορών της Κεντρικής Ευρώπης. Ηδη, τον πρώτο χρόνο υλοποίησης αυτής της πολιτικής θα δούμε περισσότερους «Ανωμακεδόνες» να έρχονται στη χώρα μας και να μαθαίνουν τα ελληνικά, που έχουν ήδη μεγάλη διάδοση στην ευρύτερη περιοχή. Για την πλειονότητα των κατοίκων της «Ανω Μακεδονίας» η Θεσσαλονίκη είναι πιο κοντά από τα Σκόπια που βρίσκονται στο βόρειο άκρο του κρατιδίου, ενώ βεβαίως έχει πολλαπλάσια ενδιαφέροντα. Το συμπαθές κρατίδιο θα γίνει μέσα σε λίγα χρόνια ζωτική ενδοχώρα για τη Βόρειο Ελλάδα, ενώ η ένταξη στην Ε.Ε., μαζί βέβαια και με εγχώριες πολιτικές «εξελληνισμού» θα τους φέρει κοντά μας από όλες τις απόψεις.
Σε μια τέτοια στόχευση θα έπρεπε να συμμετέχει ενεργά και η Εκκλησία της Ελλάδος. Θα χρειαζόταν υποπολλαπλάσια προσπάθεια να εντάξει στους κόλπους της, σε καθεστώς «ημιαυτονομίας», την επί δεκαετίας «άστεγη» και απομονωμένη «αυτοκέφαλη Σλαβομακεδονική Εκκλησία» των Σκοπίων, αντί να επιτείνει με τη στάση της την εθνική μας μισαλλοδοξία. Το μοντέλο της ημιαυτόνομης εκκλησίας της Κρήτης και της οργανικής σχέσης με το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι δοκιμασμένο – πετυχημένο μοντέλο για ένα τέτοιο στόχο. Ηδη, προς αυτή την κατεύθυνση κινείται η Εκκλησία της Βουλγαρίας καθώς, μόλις προ δύο μηνών, προχώρησε σε αναγνώριση της «Εκκλησίας της Μακεδονίας».
Προσωπικά χειρίστηκα το θέμα της ονομασίας για περισσότερο από 10 χρόνια στα όργανα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και άλλα διεθνή φόρα πριν καταλήξω σε αυτή την ανάλυση. Αντίθετα, αν με ένα μαγικό τρόπο πείθαμε σήμερα λαό και ηγεσία των Σκοπίων να ονομαστεί π.χ. Δημοκρατία του Βαρδάρη (δηλαδή να ονομάσουν το κράτος τους σύμφωνα με ένα... ποτάμι), θα έπρεπε να επαναχαράξουν την εθνική τους ταυτότητα, αλληθωρίζοντας αναγκαστικά προς τη Σερβία, τη Βουλγαρία ή προς τη Ρωσία, αφού ο εξαλβανισμός και ο εκτουρκισμός δεν φαντάζουν εξαιρετική προοπτική, η Ελλάδα «δεν τους θέλει» και 51η πολιτεία των ΗΠΑ θα ήταν λίγο δύσκολο να γίνουν. Θα ήταν αυτό προς το συμφέρον μας;
* Ο δρ Μιχάλης Πεγκλής διετέλεσε σύμβουλος του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και του προέδρου της Ν.Δ. Κυριάκου Μητσοτάκη.
ΜΙΧΑΛΗ ΠΕΓΚΛΗ ΕΙΣΑΙ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΞΕΚΑΘΑΡΟΣ ,ΣΕ ΠΟΛΥ ΛΙΓΟ ΧΡΟΝΟ ΘΑ ΔΙΚΑΙΟΘΗΣ.
ΑπάντησηΔιαγραφήη πιο εύστοχη τοποθέτηση των τελευταίων ετων...δυστυχώς ένα θέμα διπλωματίας κάποιο πατριδοκάπηλοι το έκαναν εθνικό θέμα...όπως λένε κάποιοι...ζουν απ το εμπόριο εθνικισμού...
ΑπάντησηΔιαγραφή