Απορριπτική ήταν η απάντηση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου της Αθήνας στις αγωγές που έχουν κατατεθεί εις βάρος της ΔΕΗ από καταναλωτικές οργανώσεις, Δικηγορικούς Συλλόγους, ομοσπονδίες επαγγελματιών, συλλόγους και καταναλωτές, με τις οποίες ζητούσαν την ακύρωση της ρήτρας αναπροσαρμογής στα τιμολόγια ρεύματος.
Οι προσφεύγοντες αναφέρονταν σε μία μονομερή επιβολή της ρήτρας από τη ΔΕΗ και εκμετάλλευση της εταιρείας της «δεσπόζουσας θέση της στην εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας», που ενεργούσε άλλοτε ως προμηθεύτρια και άλλοτε ως παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας και χρησιμοποίησε «αθέμιτες και δη αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, συνιστάμενες αφενός στην εφαρμογή των παραπάνω άκυρων, ως αδιαφανών, γενικών όρων, αφετέρου στην παραπλανητική παράλειψη παροχής ουσιωδών πληροφοριών περί της διαδικασίας τιμολόγησης».
Στη δικαστική απόφαση αναφέρεται ότι «η αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας έχει πλέον αναχθεί σε χρηματιστηριακό προϊόν και διαμορφώνεται από το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας», ενώ η ρήτρα αναπροσαρμογής κατά τους δικαστές «όχι μόνο δεν είναι αδόκιμη αλλά συνιστά μία συναλλακτικώς αποδεκτή πρακτική στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας προκειμένου η τιμολογούμενη προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας να ανταποκρίνεται στην αρχής της κοστοστρέφειας».
Στο σκεπτικό της απόφασης εξηγείται πως οι ρήτρες αναπροσαρμογής είναι απολύτως αναμενόμενες στις συμφωνίες κυμαινόμενου τιμολογίου.
«Ο καταναλωτής που επιλέγει να συνάψει σύμβαση προμήθειας ενέργειας σε κυμαινόμενο τιμολόγιο, ασφαλώς γνωρίζει ότι η διακύμανση γίνεται στη βάση μιας συμβατικής ρήτρας, της ρήτρας αναπροσαρμογής. Ως εκ τούτου οι εν λόγω ρήτρες, όπως κάθε ρήτρα για την αναπροσαρμογή του τιμήματος στην περίπτωση κυμαινόμενου ύψους της παροχής δεν υπόκειται σε έλεγχο καταχρηστικότητας αλλά μόνο σε έλεγχο διαφάνειας».
Η ΔΕΗ είχε προχωρήσει στην ενεργοποίηση της ρήτρας αναπροσαρμογής από τις 5 Αυγούστου του 2021 καθ’ υπόδειξη της ΡΑΕ, αφού είχε γνωστοποιήσει στο καταναλωτικό κοινό την πρόθεση εφαρμογής της από τις 11 Μαρτίου του 2021. «Κατά τον χρόνο εισαγωγής της ρήτρας, ο καταναλωτής είχε στη διάθεσή του όλες τις ουσιώδεις πληροφορίες που απαιτούνται για να λάβει μία τεκμηριωμένη απόφαση συναλλαγής» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην απόφαση.
Οι δικαστές αιτιολογούν την εφαρμογή της ρήτρας σημειώνοντας πως «σε κάθε περίπτωση, σκοπός της σχετικής ρήτρας δεν είναι ούτε το όφελος ούτε η βλάβη του πελάτη αλλά η συμμόρφωση της ΔΕΗ προς τις προβλεπόμενες στον ΚΠΗΕ αρχές τιμολόγησης ήτοι την αρχή διαφάνειας ως εξειδικεύτηκε με την 409/2020 απόφαση της ΡΑΕ».
Ειδική μνεία γίνεται στην υποχρέωση οποιοσδήποτε μηχανισμός αναπροσαρμογής τιμολογίων να είναι διαφανής, σαφής ως προς τον υπολογισμό του στον καταναλωτή και να του προσφέρει επαρκείς επιλογές στη διαχείριση του κινδύνου διαχρονικής διακύμανσης των τιμών.
«Ειδικότερα, οι ρήτρες αναπροσαρμογής πρέπει να εκθέτουν κατά τρόπο διαφανή την αιτία και τη μέθοδο μεταβολής του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να ελέγχει τη μεταβολή της τιμής με σαφή, αντικειμενικά και επαληθεύσιμα κριτήρια. (…) Η ΔΕΗ μπορεί με τη δική της μόνο θέληση οποιαδήποτε στιγμή που θα διαρκεί η ισχύς του Συμβολαίου να αναπροσαρμόζει τροποποιεί τους όρους και το τιμολόγιο ενώ ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να το καταγγείλει».
Κατά την απόφαση, «ο προμηθευτής υποχρεούται να παράσχει στον αντισυμβαλλόμενό του τη δυνατότητα να λύσει τη σύμβαση, οφείλει δηλαδή να του επιτρέπει να αποδεσμευτεί από τη σύμβαση στο μέτρο που κρίνει ότι είναι ασύμφορη για αυτόν η αναπροσαρμογή».
Πηγή: ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου