Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

ΤΟ ΝΤΑΟΥΛΙ




 Γράφει ο Τρύφων Ούρδας




 
Κυριακή πρωϊ και μέρα της γιορτής του Αγίου Αθανασίου. Η καμπάνα στην παλιά Εκκλησία μας, την Ανάληψη, χτύπησε για τρίτη φορά, καλώντας τους χωριανούς να πάρουν μέρος στη Θεία Λειτουργία. Οι τελευταίοι από αυτούς, χωμένοι στα βαριά παλτό τους, με κατακόκκινες τις μύτες και τα μάγουλα, από τον κρύο αέρα που λυσσομανούσε πάνω στα καταπράσινα κυπαρίσσια του νεκροταφείου, έτρεχαν να προφθάσουν, όχι μόνο την έξοδο των Τιμίων Δώρων αλλά προπάντων να μπουν στη ζεστασιά του Ναού, γλιτώνοντας έτσι από τα στοιχεία της φύσης. Και ο παπά-Στέλιος στην αριστερή Πύλη, φορώντας τα Άμφια με το Άγιο Δισκοπότηρο στα χέρια, περίμενε υπομονετικά να τελειώσει ο ψάλτης, ο μπάρμπα- Θωμάς ο Τόκος το χερουβικό και να κάνει επιτέλους τη Μεγάλη Είσοδο. Ήδη ο παπάς είχε αρχίσει να ψάλλει το « Πάντων ημών…» και οι πιστοί χωριανοί μας να αρχίζουν τα σταυροκοπήματα και να κάνουν υποκλίσεις στον Κύριο που περνούσε από μπροστά τους για να τους ευλογήσει με το Πάθος , τη Σταύρωση και την Ανάσταση Του. Ατμόσφαιρα, άκρως κατανυκτική.
Όμως την ιερή αυτή στιγμή που απογειώνονταν η θρησκευτική ευλάβεια και ακούγονταν μόνο ανάσες με ψελλίσματα προσευχών, ξαφνικά κάτι φάνηκε να την ταράζει. Μία ταραχή, που προκαλούσαν όσοι εκείνη την ώρα έμπαιναν στην εκκλησία, φέρνοντας μια είδηση. Το σπίτι του κυρ- Πέτρου, γνωστού οργανοπαίκτη στο χωριό και γείτονα του Ναού, πήρε φωτιά και καιγόταν η σκεπή του. Η είδηση  από στόμα σε στόμα μεταφέρθηκε σε όλο το εκκλησίασμα, το οποίο για λίγο άφησε τις προσευχές του προς το Θεό, βγήκε από την νοερή επικοινωνία μαζί του και καταπιάστηκε ψιθυριστά στην κουβέντα, ρωτώντας και ξαναρωτώντας λεπτομέρειες για το συμβάν. Κάθε κουβέντα τους ήταν σταυρός και ευχή για τον δύστυχο άνθρωπο, μήπως και βρει κουράγιο να αντέξει το κακό που τον βρήκε. Άλλωστε αυτό που έπαθε, δεν ήταν και λίγο. Μέσα στην δύσκολη αυτή εποχή, το σπίτι του καταστρέφονταν και έμενε εκτεθειμένος με την οικογένεια του στο βαρύ χειμώνα που ήλιος δεν ξεμύτισε στον ουρανό εδώ και ένα μήνα. Έτσι οι συζητήσεις, άλλοτε δυνατά και άλλοτε με χαμηλή φωνή κοντά στα αυτιά, έδιναν και έπαιρναν στο μικρό κλίτος του Ναού με τους λιγοστούς άνδρες και την Εκκλησιαστική Επιτροπή, που άφησε για λίγο την διακονία της και έδωσε την προσοχή της στο θέμα. Τελικά αποφασίσθηκε, όσοι μπορούσαν να αφήσουν το Μυστήριο και να τρέξουν σε βοήθεια του ανθρώπου, μήπως και σώσουν κανα-κεραμίδι από τη φωτιά. Ο χριστιανισμός σε όλο του το μεγαλείο ! Πράξη τα λόγια Εκείνου στην παραβολή του καλού Σαμαρείτη «βοήθεια στον συνάνθρωπο που υποφέρει και βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση …»
Υπακούοντας λοιπόν στην εντολή, ένας- ένας από τους άνδρες και κάποιες από τις γυναίκες, αψηφώντας έξω την παγωνιά, έβγαιναν από την Εκκλησία, τραβώντας με προσοχή τον σύρτη της σιδερένιας εξώπορτας για να μην ακούγεται ο χαρακτηριστικός θόρυβος από την κλειδαριά και τους μεντεσέδες. Σε λίγο μέσα στο Ναό έμειναν ο παπά-Στέλιος, που όπως και να το κάνουμε ήταν αδύνατο να φύγει και ο ψάλτης που έσπευσε μέσα στο Ιερό να τον πληροφορήσει σχετικά με το γεγονός, μια και τον είδε σαστισμένο μπροστά στην Ωραία Πύλη, την ώρα που ευλογούσε τον κόσμο. Μαζί τους έμεινε και η Ντόμνα, η νεωκόρος και βοηθός του παπά για πολλά χρόνια. Με δάκρυα στα μάτια, προσεύχονταν και αυτή στην Παναγία μόλις έμαθε για τη φωτιά. Όλοι στο καθήκον που επέβαλε εκείνη η στιγμή.
Έξω ο αέρας συνέχιζε να μουγκρίζει και να σφυρίζει, καθώς περνούσε ανάμεσα από τα ψηλά και ευλύγιστα κυπαρίσσια του νεκροταφείου και τα αιωνόβια πλατάνια στο δρόμο. Όσοι πήγαιναν για βοήθεια, ένιωθαν τις άγριες διαθέσεις του καιρού και περισσότερο τον παγωμένο αέρα που δυνάμωνε με το φύσημα του την φωτιά στο σπίτι και έκανε τον καπνό να πλανιέται δεξιά και αριστερά, καλύπτοντας όλη τη γειτονιά. Μπροστά στην ανάγκη όμως, όλα αυτά παραμερίζονται. Κρύωναν δεν κρύωναν όλοι κάτι έπρεπε να κάνουν για να σβήσει η φωτιά και να σωθεί το σπίτι. Και φυσικά, μια και δεν υπήρχε κεντρική διοίκηση, για να συντονίζει τις ενέργειες, ο καθένας έκανε ότι νόμιζε σωστό, προκειμένου να σταματήσει η επέκταση της από τη σκεπή στα άλλα δύο δωμάτια της ξύλινης επάνω, ανοικτής σάλας.
Έτσι, άλλοι έτρεχαν, κουβαλώντας νερό μέσα σε σκουριασμένους τενεκέδες που το έπαιρναν από μια τουλούμπα στην αυλή, άλλοι το κουβαλούσαν μέσα σε κουβάδες και άλλοι πιο τολμηροί, με φτυάρια και τσατάλες ανέβηκαν στη σκεπή και χτυπούσαν να σβήσουν οι φλόγες και περισσότερο τα αποκαϊδια που κάθε τόσο ο σύμμαχος τους αέρας τα αναζωπύρωνε και μάλιστα τα σήκωνε ψηλά, κίνδυνος για τα κοντινά σπίτια και τις αποθήκες,  κόντρα πάντοτε στις προσπάθειες και την αγωνία των συγχωριανών να ελέγξουν την κατάσταση.
Εδώ βέβαια δίκαια θα αναρωτηθείτε, αν κλήθηκε η Πυροσβεστική Υπηρεσία. Τι να σας πω! Είναι σίγουρο ότι κανένας δεν σκέφθηκε να την καλέσει, γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν εντελώς ανώφελο. Και αυτό γιατί αναφερόμαστε σε μια εποχή, που τέτοια Υπηρεσία είχε μόνο η Έδεσσα. Καταλαβαίνει κανείς, ότι μέχρι να έφθανε στο χωριό μας, το σπίτι θα γινόταν στάχτη. Γι’ αυτό, οι χωριανοί αρκέστηκαν στις δικές τους δυνάμεις. Και πραγματικά, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, κατάφεραν να έχουν το ζητούμενο αποτέλεσμα, με λίγες ζημιές στο μέρος της σκεπής που έβγαινε η καπνοδόχος και στο δωμάτιο που έκαιγε μια ξυλόσομπα η οποία ήταν και η αιτία της φωτιάς. Το άλλο σπίτι έμεινε εντελώς άθικτο από τη φωτιά. Τελικά όπως είπαμε, λίγη η ζημιά και ο κυρ- Πέτρος τυχερός στην ατυχία του. Ο Αγιος Αθανάσιος έκανε το θαύμα του !
Ωστόσο, όλη αυτή η ιστορία της φωτιάς στο σπίτι του ανθρώπου, είχε και μια δόση από γέλιο. Εξ άλλου όλοι ξέρουμε ότι το γέλιο πολλές φορές συνυπάρχει με τη λύπη. Έτσι λοιπόν, στη γενική σύγχυση και τον πανικό που υπήρξε μέχρι την κατάσβεση, ο κυρ -Πέτρος φάνηκε να τα είχε χαμένα. Τα πρησμένα μάτια του, μαρτυρούσαν το πρόσφατο ξύπνημα του, ενώ στο πρόσωπο του φαίνονταν ο φόβος που πήρε, βλέποντας τις φωτιές και τους καπνούς στο σπίτι του. Θέλοντας λοιπόν και αυτός να βοηθήσει, στο κάτω- κάτω το σπίτι του καίγονταν, όλοι τον βλέπουν να μεταφέρει μια κινητή σκάλα από τον κάτω στον πάνω όροφο. Ακολούθως με τη βοήθεια της, να κατεβάζει από το ταβάνι της σκεπής τι λέτε ? Ενα τύμπανo !!
To «νταούλι μου» όπως είπε στους άλλους, οι οποίοι σε κατάσταση αλλοφροσύνης ανεβοκατέβαιναν τα σκαλιά της εξωτερικής σκάλας, με κουβάδες και τενεκέδες στα χέρια, για να σβήσουν τη φωτιά. «Το νταούλι να σώσουμε είπε» «το νταούλι μήπως και πίνουμε κανά-ρακί» Ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί τι γέλιο μπορεί να προκαλέσει μια τέτοια συμπεριφορά ανθρώπου σε μία τέτοια κατάσταση. Ταιριάζει σαν γάντι η παροιμία που λέει «ο καθένας με τον πόνο του και ο μυλωνάς με το αυλάκι του». Άραγε, εκείνη τη στιγμή, το ενδιαφέρον του ανθρώπου ήταν μόνο το νταούλι και όχι το σπίτι του ?Δυστυχώς δεν μπόρεσα ποτέ να το μάθω, ούτε ακόμα και κανένας από τους άλλους στο χωριό που τον είδαν να το κρατάει, γελαστός στα χέρια του και μέσα από τους καπνούς να το μεταφέρει σε ασφαλή θέση. « Ιερή » υποχρέωση είχε ο ίδιος να σώσει το όργανο. Όσο για το σπίτι του …ε γι’ αυτό ας τρέξουν οι συγχωριανοί του. Για όλα έχει ο Θεός. Εδώ βέβαια, ο καθένας θα μπορούσε να κάνει το δικό του σχόλιο, θετικό ή αρνητικό. Όποιο όμως και αν είναι αυτό, εγώ θα αναφέρω τα εξής : Ο άνθρωπος αυτός μεγάλωσε και γέρασε με αυτό το όργανο. Έγινε γνωστός και αγαπητός στο χωριό και σε άλλα χωριά της Αριδαίας, παίζοντας μ’ αυτό παραδοσιακή μουσική στα πανηγύρια, μα πιο πολύ στους γάμους, με τον επίσης γνωστό και αγαπητό τον κυρ-Τάσο τον κλαριντζή! Δεξιοτέχνη στο είδος και με καλλιτεχνική φλέβα. Και οι δύο ήταν από αυτούς που δεν σπούδασαν την τέχνη του μουσικού. Ήταν αυτοδίδακτοι. Έμαθαν να παίζουν εμπειρικά, βλέποντας παλαιότερους και βασιζόμενοι στο αυτί τους. Πόσοι και πόσοι χωριανοί και όχι μόνο, δεν χόρεψαν με τα τραγούδια τους, βγάζοντας έτσι το μεράκι τους σε γνωστούς σκοπούς της περιοχής !  Κάθε χορός με την μουσική τους, ύμνος της ελληνικής μακεδονικής παλληκαριάς, που πάει αιώνες πίσω και θα συνεχίσει να πηγαίνει μπροστά χωρίς ποτέ να σταματήσει ! Όμως για να χορέψεις και να εκφράσεις ό,τι αισθάνεσαι στο χορό, θέλεις και τον κατάλληλο οργανοπαίχτη. Ε λοιπόν αυτοί οι δύο, όπως τουλάχιστον τους θυμάμαι, εγώ ήταν προικισμένοι με αυτό το ταλέντο. Με το παίξιμο τους, έκαναν τον γέρο όταν χόρευε να αισθάνεται νέος και τον άρρωστο να γίνεται καλά . Η μουσική τους έβγαινε τόσο γλυκιά από μέσα τους, που μόνο οι πέτρες δεν θα μπορούσαν να μην συγκινηθούν. Όταν έπαιζαν, η πλατεία του χωριού μας και οι γειτονιές, γέμιζαν από κόσμο και χορευτές όλων των ηλικιών. Γλεντούσε τότε ο κόσμος όσο φτωχός και αν ήταν γιατί είχε πλούσια καρδιά ! Ιδιαίτερα εδώ, θαύμαζε κανείς τους γέροντες που χόρευαν περήφανοι, φορώντας εκείνο το παντελόνι τους, την κιλότα με το ζωνάρι στη μέση και τη τραγιάσκα στο κεφάλι, την οποία ανέμιζαν ψηλά όταν χόρευαν μπροστά, ακούραστοι και με μαεστρία, σωστοί λεβέντες. Ακούγοντας σήμερα κάποιους από εκείνους τους σκοπούς, έρχονται στην μνήμη μου τα πρόσωπα των ανεπανάληπτων εκείνων χορευτών και σκηνές από τους χορούς τους, με όλα τα κόλπα και σκέρτσα που έκαναν, κερδίζοντας έτσι όπως ανέφερα τον θαυμασμό και τα χειροκροτήματα όλων όσων τους έβλεπαν. Κάνοντας δε σύγκριση του τότε με το τώρα, διαπιστώνω πόσο πραγματικοί – αληθινοί «μάγκες» με την καλή έννοια, ήταν εκείνοι οι παππούδες στην πίστα. Και αυτό γιατί χόρευαν με τη ψυχή τους και με τόση τέχνη που θα έλεγες ότι «κεντούσαν» στο χορό. Είχανε τέτοια χάρη στις κινήσεις τους, που θα έλεγες ακόμα, ότι αυτοί χορεύουν την ορχήστρα και όχι το αντίθετο.
Φυσικά, για να επανέλθω στους οργανοπαίκτες, δεν έπαιζαν με το αζημίωτο. Όλοι θυμόμαστε τα χρήματα που τους πέταγαν όσοι τους ζητούσαν «παραγγελιές» για να χορέψουν πρώτοι και μάλιστα τα χάρτινα χαρτονομίσματα που τους κόλλαγαν στο μέτωπο, αφού πρώτα τα «σάλιωναν» καλά, φυσικά χωρίς ίχνος παρεξήγησης.
Παρόλα αυτά  όμως, η ορχήστρα με το κλαρίνο, το τύμπανο και τα άλλα όργανα, πολλές φορές είχε και τις αδυναμίες της. Έτσι συμβαίνει πάντοτε. Τέλειο δεν είναι τίποτα στον κόσμο. Αιτία το κρασί, το ούζο γενικά το ποτό. Εξ άλλου αυτά πάνε πακέτο με τη διασκέδαση και τη μουσική. Όταν λοιπόν κάποιος από τους οργανοπαίκτες τραβούσε κανά ποτηράκι παραπάνω και «έβλεπε πεταλουδίτσες» δεν μπορούσε να συγχρονιστεί στον ρυθμό με τους άλλους και βαρούσε « σε άλλο γάμο ! ». Ο κυρ -Πέτρος, παραδείγματος χάρη, πόσες φορές δεν παρατηρήθηκε την ώρα που έπαιζε το τύμπανό του από τον συμπαίκτη του τον κυρ- Τάσο, είτε με λοξά βλέμματα όλο νόημα, είτε με τα λόγια σταματώντας το κλαρίνο !  «Παίξε καλά ! » του έλεγε σε αυστηρό τόνο, όσο βέβαια γίνεται εκείνη τη στιγμή « Παίξε καλά, γιατί εγώ σου παίζω στη Τζένα και εσύ στο Καϊμακτσαλάν ! » ή το άλλο « Εγώ σου παίζω στη Γάβριστα και εσύ στο Τσαρνέσοβο ! », παλιές ονομασίες του χωριού μας και του Γαρεφίου. Πολλές από αυτές τις συμπαθητικές σκηνές, ας πούμε « τσακωμού » των δύο, θυμούνται πολλοί στο χωριό και τις αναφέρουν κάθε φορά που γίνεται λόγος γι’ αυτούς . Σήμερα βέβαια και οι δύο αυτοί συγχωρέθηκαν.
Από όσο αναφέρθηκαν, ο καθένας πιστεύω μπορεί να καταλάβει για ποιο λόγο ο άνθρωπος, ενώ καιγόταν το σπίτι του, έδωσε προτεραιότητα να σώσει το «νταούλι του». Γιατί με το όργανο αυτό συνδέθηκε πριν από πολλά χρόνια. Ισως από παιδί. Το όργανο,  του  έγινε βίωμα, εξάρτημα του σώματος και της ψυχής του. Ήταν αυτό που του έδινε χαρά και καταξίωση. Άλλωστε όπως είπαμε, υπήρχαν άλλοι που πρόθυμα έτρεχαν να σβήσουν τη φωτιά στο σπίτι του, αρκετοί στον αριθμό και ικανοί «πυροσβέστες».
Αυτά λοιπόν για το « νταούλι » και τους ανθρώπους γύρω από αυτό. Πραγματική ιστορία που μας γυρίζει πίσω, σε κάποια γεγονότα του παρελθόντος, τα οποία όχι μόνο μας ψυχαγωγούν, όταν τα αναφέρουμε στις συζητήσεις μας που γίνονται στα καφενεία, αλλά και μας διδάσκουν. Μας λένε ότι και τα απλά πράγματα της καθημερινότητας, έχουν τη δική τους αξία. Μπορούν, όσο και αν αυτό δεν περνάει από το νου μας, να μας κάνουν ευτυχισμένους και να δώσουν νόημα και χρώμα στη ζωή μας. Ακόμα να μας βγάζουν από τις δύσκολες στιγμές και να σβήνουν ή να μας κάνουν να μη δίνουμε σημασία στη φωτιά που καίει μέσα μας. Όπως ένα «νταούλι». Αρκεί εμείς να τα αγαπήσουμε…                                                                                                                                              
            
Αριδαία 16.11.2013

ΤΡΥΦΩΝ ΟΥΡΔΑΣ                                                              

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

(3)