Τα `μαθες, Αρετούσα
μου,
τα θλιβερά μαντάτα;
Τον Δήμαρχο τον βάλανε
να πλένει πιάτα
Tέσσερεις
μέρες μοναχάς τουδωκαν ν απαντήσει
Αν προτιμά για Δήμαρχος ή τη πλύση
Και πως ν
αποχωριστεί απ το θρόνο να μακρύνει
Σε ποιον κακούργο να
τον αφήνει
Kατέχει το πώς ο
λαός γρήγορα σε ξαποστέλει
Pηγόπουλο, Aφεντόπουλο,
δεν τον εμέλει
Kι ουδέ μπορείς ν’ αντισταθείς, σα θέλει ο λαός σου
νικούν την-ε τη γνώμη σου, κι αλλάσσει το μυαλό σου.
"Mιά χάρη, πατέντα
σου ζητά, κ’ εκείνη θέλει μόνο,
Άλλος να μη ποθήσει όσο αυτός το θρόνο
Tην ώρα που θα μ αρνηθείς, να βαραναστενάξεις,
κι όταν σα ψηφο στολιστείς, σαν εκλεγμένη αλλάξεις,
ν’ αναδακρυώσεις και να πεις· "Ω Δήμαρχε καημένε,
τά σου'ταξα λησμόνησα, τό'θελες πλιό δεν έναι."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου