Υπάρχει μια λέξη που πάντα θα κάνει τους Έλληνες εθνικιστές, δεξιούς και «αριστερούς», να χάνουν την ψυχραιμία τους και να αναλύονται σε κατάρες κατά του «αλυτρωτισμού των Σκοπιανών», μια λέξη-δυναμίτης που αδιάκοπα πυροδοτεί εκρήξεις: Ίλιντεν!
Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος
Περήφανη εξέγερση
Όμως τι το αλυτρωτικό έχει η λέξη Ίλιντεν; Καταρχάς Ίλιντεν σημαίνει στα μακεδονικά «του Προφήτη Ηλία» και είναι αναφορά στην εξέγερση της 2ας Αυγούστου 1903, ανήμερα της γιορτής του αγίου.
Ο λόγος που ο ελληνικός εθνικισμός οργίζεται στο άκουσμα αυτής της λέξης είναι διπλός.
Πρώτα από όλα η εξέγερση του Ίλιντεν είναι μια από τις πιο λαμπρές επαναστατικές σελίδες ολόκληρης της βαλκανικής Ιστορίας και η γενεσιουργός πράξη του μακεδονικού έθνους: επί τρεις βδομάδες, πολλές χιλιάδες εξεγερμένοι αγρότες ανέτρεψαν τις οθωμανικές αρχές σε μεγάλη έκταση της Μακεδονίας, κάνοντας τους μπέηδες και κάθε γαιοκτήμονα να τρέξουν να εξαφανιστούν. Οι επαναστατημένοι χωρικοί εγκατέστησαν μια ολιγοήμερης ζωής Δημοκρατία με επικεφαλής έναν δάσκαλο, τον Κόλια Κάρεφ. Η εξέγερση ήταν τόσο μαζική, που ήταν αδύνατο να το αρνηθούν και οι αντίπαλοί της.
Σε μήνυμά του προς τον πατέρα του, στις 25 Ιουλίου ο Έλληνας εθνικιστής Ίων Δραγούμης έγραψε ότι: «έχομεν σλαυικήν επανάστασιν εν Μακεδονία… Άπαντες οι σλαυόφωνοι πληθυσμοί ηκολούθησαν το κομιτάτον, ορθόδοξοι και σχισματικοί, και οι πλείστοι εκουσίως» και ότι οι επαναστάτες καταλάμβαναν κωμοπόλεις και χωριά κατοικούμενα από βλαχόφωνους και αλβανόφωνους, όπως το Κρούσοβο, το Πισοδέρι και το Νυμφαίο».
Οι ένοπλοι επαναστάτες ούτε σε μια στιγμή δεν στράφηκαν εκδικητικά ενάντια στον ντόπιο μουσουλμανικό πληθυσμό, που τον αποτελούσαν επίσης φτωχοί αγρότες. Αντίθετα, οι επαναστάτες προσπάθησαν να κερδίσουν τους φτωχούς μουσουλμάνους με το μέρος τους ή τουλάχιστον να μην τους στρέψουν προς τη μεριά της οθωμανικής εξουσίας.
Οι ιδέες που κυριάρχησαν στο ξεδίπλωμα της εξέγερσης είχαν περισσότερο σχέση με την κοινωνική χειραφέτηση και σε καμιά περίπτωση με εθνικά και θρησκευτικά μίση. Η εξέγερση του Ίλιντεν και το άπλωμά της σε πολύ μεγάλη έκταση έδειξε πως καταπιεσμένοι και εκμεταλλευόμενοι αγρότες με διαφορετικές γλώσσες, συνειδήσεις και θρησκευτική πίστη μπορούσαν να ενωθούν ενάντια στους καταπιεστές τους και να τους αμφισβητήσουν στα ίσα την εξουσία.
Θηριώδης καταστολή
Όμως το Ίλιντεν ανατριχιάζει τους Έλληνες εθνικιστές και για άλλο λόγο: Το ελληνικό κράτος από την πρώτη στιγμή κράτησε εχθρική στάση απέναντι στην εξέγερση στη Μακεδονία. Η εχθρότητα αυτή δεν είχε μονάχα διπλωματικό χαρακτήρα.
Ο πράκτορας του ελληνικού κράτους και οργανωτής των πρώτων ελληνικών συμμοριών «μακεδονομάχων» το 1903 στην Μακεδονία, επίσκοπος Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, περιγράφει στα απομνημονεύματά του το πώς γιόρτασε ο ίδιος την καταστολή της εξέγερσης του Ίλιντεν, ισοπεδώνοντας το βουλγαρικό γυμνάσιο της Καστοριάς, και κατόπιν, δολοφονώντας τους διωκόμενους επαναστάτες:
«Τώρα όμως μετά τη βουλγάρικη επανάσταση επωφελήθηκα της οργής των Τούρκων, μπήκα στο γυμνάσιο και σκόρπισα ό,τι βρήκα. Έπιπλα, σκεύη, θρανία, όργανα διδασκαλίας, χάρτες, βιβλιοθήκες, εικόνες του Έξαρχου Ιωσήφ. Τέτοια ήταν η καταστροφή που από τότε το σχολείο αυτό δεν ξανάνοιξε ποτέ. Μα και τα σχολεία της ύπαιθρης χώρας τους τα έκαψαν.
Τότε σκοτώσαμε και τον γενικό διευθυντή του Κομιτάτου της Καστοριάς και Φλώρινας Λάζο Παπά Τράϊκωφ… είχε πάει κάπου εκεί σε ένα βουνό για να νοσηλευτεί. Στο βουνό όμως τον βρήκαν τρεις Ζελοβίτες [το Ζέλοβο ήταν σλαβόφωνο χωριό της Φλώρινας από όπου ο Γερμανός Καραβαγγέλης στρατολογούσε ένοπλους μισθοφόρους για λογαριασμό του ελληνικού προξενείου] του έκοψαν το κεφάλι και το έφεραν στη Μητρόπολη…».
Τα γεγονότα που έχουμε μάθει στα ελληνικά σχολικά βιβλία ως «Μακεδονικό Αγώνα» ήταν στην πραγματικότητα η σκληρή καταδίωξη των αποσπασμάτων των επαναστατημένων «κομιτατζήδων» (δηλαδή: των οργανωμένων σε επαναστατικές επιτροπές) από τον οθωμανικό στρατό. Σε αυτή την καταδίωξη οι Οθωμανοί συνεργάζονταν αρμονικότατα με τις ένοπλες ομάδες μισθοφόρων του ελληνικού προξενείου, ενισχυμένων με Έλληνες αξιωματικούς του στρατού, όπως οι Παύλος Μελάς και Τέλος Άγρας.
Μ’ άλλα λόγια, οι Έλληνες «μακεδονομάχοι» ήταν οι δοσίλογοι της εποχής που συνεργάζονταν με τις δυνάμεις κατοχής ενάντια στους ξεσηκωμένους αγρότες και τις επιτροπές τους.
Ας δώσουμε ένα παράδειγμα: Στις 30 Ιούλη 1905, ένα απόσπασμα 100 ενόπλων του ελληνικού προξενείου με επικεφαλής τον Κρητικό εθελοντή Καραβίτη μπήκε στο χωριό Κλαντοράπ (σημερινή Κλαδοράχη) της Φλώρινας, κυνηγώντας 5 Μακεδόνες αντάρτες. Οι ένοπλοι έκαναν έρευνα στα σπίτια, ανακάλυψαν μόνο τους δύο, γι’ αυτό και συνέλαβαν και άλλους δεκαπέντε χωρικούς. Τους 17 αυτούς ανθρώπους τούς συγκέντρωσαν στην πλατεία του χωριού. Τη συνέχεια μάς παραδίδει ο ίδιος ο Καραβίτης στα απομνημονεύματά του:
«- Εφέντιμ.
– Σφάξε τους όλους!
Του δίνω ένα γερό μαχαίρι, τρικαλινό, που είχα. Ο Αράπης παίρνει το μαχαίρι, το περιστρέφει και διαγράφει κύκλου, κατόπιν το φιλεί και μου το δίνει πίσω.
«Είναι κρίμα», μου λέγει, «να λερωθεί τέτοιο μαχαίρι στο αίμα τέτοιων ανθρώπων. Αυτοί θέλουν έτσι», και αρπάζει έναν από τα μαλλιά και του δίνει μια γροθιά στο μηλίγγι, σαν να χτύπησε κανένα σανίδι. Ο Βούλγαρος πέφτει κάτω τέζα, χωρίς να προφέρει ωχ.
«Μη βρε ανόητε έτσι, δεν είναι τρόπος αυτός», του λέγω. Και βάζω τους Μοναστηριώτας να τους δώσουν από μια μαχαιριά στο αριστερό πλευρό και όποιος ζήσει χαλάλι του. Έτσι, για να πάρουν οι νεοσύλλεκτοι τον αέρα του μαχαιριού».
Το Μακεδονικό ζήτημα είναι ο «σκελετός στη ντουλάπα» των εγκλημάτων του ελληνικού κράτους απέναντι στην τόσο κατατρεγμένη μακεδονική μειονότητα. Δεν πρόκειται απλώς για γεγονότα που έχουν πια περάσει, μια και ακόμη και σήμερα «ξυπνά τα αίματα» στην κυριολεξία, με τα εθνικιστικά συλλαλητήρια σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα να καίνε καταλήψεις και να δίνουν μικρόφωνο στο ρατσιστικό μίσος.
Η γνώση του μακεδονικού ζητήματος και η σωστή στάση απέναντι στο θέμα είναι αποφασιστικός δείκτης ωριμότητας της Αριστεράς και των πρωτοπόρων αγωνιστών και αγωνιστριών του κινήματος. Επειδή κανένας άνθρωπος και καμιά κοινωνική τάξη δεν μπορούν να ξεπεράσουν τον εαυτό τους και να αλλάξουν τον κόσμο, αν πρώτα δεν κοιταχτούν κατάματα στον καθρέφτη και δεν πουν τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη.
Η αναφορά στο Ίλιντεν δεν είναι αλυτρωτισμός. Το Ίλιντεν είναι και δικιά μας ιστορία. Είναι κομμάτι της διεθνιστικής μας παράδοσης και περηφάνιας, προαναγγελία της Κόκκινης Βαλκανικής Ομοσπονδίας, που μια μέρα θα αντικαταστήσει τα σύνορα-πληγές στο κορμί των Βαλκανίων.
*Το άρθρο είναι δημοσιευμένο στο φύλλο 2 της εφημερίδας «Η Κόκκινη», καλοκαίρι 2019
Το Ίλιντεν σας μάρανε καρναβάλια που βρωμίζετε και την ιερή καταγωγή "Μακεδόνες". Όμως θα σας τακτοποιήσουν οι Βούλγαροι εσάς τους σκοπιανούς..
ΑπάντησηΔιαγραφή